01 Φεβρουαρίου 2023

Παραδοτέο

Η ποίηση και εμείς


Η ποίηση. Ένας από τους τρόπους που μπορεί να εκφραστεί ο άνθρωπος, ίσως και πιο απελευθερωτικός.
Οι συγγραφείς των ποιημάτων εκφράζουν τα συναισθήματα ντύνοντας τις λέξεις με όμορφα λόγια. Φυτεύουν οι ποιητές στους αναγνώστες έναν σπόρο και αυτός ο σπόρος αναπτύσσεται σε ένα όμορφο λουλούδι στην καρδιά τους.



Ένα από τα ποιήματα που μπορεί να αγγίξει κάθε Έλληνα είναι το "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι"

 

03 Νοεμβρίου 2016

Η λειτουργία των πλαγίων πτώσεων στην αρχαία ελληνική γλώσσα

(i) Ονομαστική και Κλητική
Η ονομαστική είναι η πτώση στην οποία τίθεται το υποκείμενο του ρήματος και το κατηγορούμενο.
ΛΥΣ 24.4 φησὶ γὰρ ὁ κατήγορος || ισχυρίζεται, δηλαδή, ο κατήγορος.
ΛΥΣ 6.7 οὗτος δὲ ἢ πάντων εὐτυχέστατός ἐστιν ἢ πλεῖστον γνώμῃ διαφέρει τῶν ἄλλων || αυτός ή είναι ο πιο τυχερός απ' όλους ή ξεπερνάει κατά πολύ τους άλλους σε εξυπνάδα.
Το κατηγορούμενο, ωστόσο, μπορεί να τίθεται και σε πτώση γενική (γενική κατηγορηματική, βλ. §1.14.).
ΣΟΦ Αντ 891-892 Ὦ τύμβος, ὦ νυμφεῖον, ὦ κατασκαφὴς οἴκησις αἰείφρουρος, || ώ τάφε μου, νυφική μου κάμαρα και σπίτι μου βαθιά σκαμμένο μες στη γη, αιώνια φυλακή μου.
ΑΡΙΣΤΟΦ Βατ 521 ὁ παῖς, ἀκολούθει δεῦρο τὰ σκεύη φέρων || δούλε, ακολούθησέ με εδώ με τα σκεύη.
ΣΟΦ Αι 89 Ὦ οὗτος, Αἶαν, δεύτερόν σε προσκαλῶ || ε, εσύ, Αίαντα, για δεύτερη φορά σού φωνάζω.
ΠΛ Συμπ 172.a Ὦ Φαληρεύς, ἔφη,οὗτος Ἀπολλόδωρος, οὐ περιμένεις; || ε, εσύ δημότη του Φαλήρου,είπε, Απολλόδωρε, δεν με περιμένεις;
Συχνά η ονομαστική συνδυάζεται με την κλητική στην ίδια φράση, ή μπορεί να λειτουργεί ως παράθεση της κλητικής.
ΑΙΣΧΙΝ 3.260 ὦ γῆ καὶ ἥλιε καὶ ἀρετὴ καὶ σύνεσις καὶ παιδεία || γη και ήλιε και αρετή και σύνεση και παιδεία.
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ ΑΝΑΚΟΛΟΥΘΟ
Στην αρχή περιόδων εμφανίζεται μερικές φορές μια ονομαστική η οποία στη συνέχεια δεν έχει κανένα συντακτικό ρόλο μέσα στην πρόταση. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, πρόκειται για ανακολουθία στη σύνταξη. Η συγκεκριμένη ονομαστική προοριζόταν κανονικά για υποκείμενο της κύριας πρότασης, στην πορεία όμως ο συγγραφέας τροποποιεί την έκφρασή του με αποτέλεσμα η ονομαστική να περιπίπτει σε συντακτική αχρηστία. Παρόμοιες ασυνταξίες είναι συχνές στον προφορικό λόγο.
ΞΕΝ Οικ 1.14 οἱ δὲ φίλοι, ἄν τις ἐπίστηται αὐτοῖς χρῆσθαι ὥστε ὠφελεῖσθαι ἀπ᾽ αὐτῶν, τί φήσομεν αὐτοὺς εἶναι; || κι οι φίλοι, αν κάποιος ξέρει πώς να τους συμπεριφερθεί, ώστε να ωφελείται από αυτούς, τί θα πούμε ότι είναι;
ΚΛΗΤΙΚΗ
Η κλητική δεν εντάσσεται στο πτωτικό σύστημα του ονόματος και δεν έχει κάποια ιδιαίτερη συντακτική λειτουργία στο πλαίσιο της πρότασης. Στην ουσία, η κλητική αποτελεί από μόνη της παρενθετική επιφωνηματική πρόταση. Χρησιμοποιείται σε αναφωνήσεις και προσφωνήσεις, και κανονικά συνοδεύεται από το μόριο ὦ. Η απουσία του μορίου ὦ δηλώνει σε μερικές περιπτώσεις εντονότερο συναίσθημα.
ΞΕΝ Απομν 2.6.4 ἀλλὰ ποῖον, ὦ Σώκρατες, ἐπιχειρήσομεν φίλον ποιεῖσθαι; || ποιον όμως, Σωκράτη, θα προσπαθήσουμε να κάνουμε φίλο μας;
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:  Η ονομαστική, συνοδευμένη συνήθως από το μόριο ὦ, χρησιμοποιείται σε προσφωνήσεις στη θέση κλητικής, χρήση η οποία είναι κανονική για τις κτητικές αντωνυμίες και τη δεικτική αντωνυμία οὗτος. Η έκφραση ὦ οὗτος (ε, εσύ)χρησιμοποιείται ως προσφώνηση προκειμένου να τραβήξουμε την προσοχή κάποιου, ιδίως όταν δεν τον γνωρίζουμε.

(ii) Γενική
Η γενική είναι η πτώση που δηλώνει περιορισμό και εξειδίκευση. Γι' αυτό το λόγο, όταν προσδιορίζει ουσιαστικά, η λειτουργία της είναι παρόμοια με εκείνη του επιθετικού προσδιορισμού, ο οποίος επίσης εξειδικεύει το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό,
π.χ. μπορεί να ειπωθεί ὁ οἶκος τοῦ πατρός αλλά και ο ὁ πατρικός οἶκος, τεῖχος λίθων αλλά και λίθινον τεῖχος, ὁ κίνδυνος τῶν Περσῶν αλλά και ὁ περσικὸς κίνδυνος.
Η αρχαιοελληνική γενική έχει ενσωματώσει και τις χρήσεις της ινδοευρωπαϊκής αφαιρετικής. Η συγχώνευση αυτή υπήρξε δυνατή, γιατί και στην περίπτωση της αφαιρετικής δηλώνεται κάποιου είδους περιορισμός και εξειδίκευση, π.χ. στη φράση ἀπέρχομαι τῆς πόλεως (φεύγω από την πόλη) η γενική, η οποία βρίσκεται στη θέση αφαιρετικής, καθιστά συγκεκριμένη την αφετηρία της απομάκρυνσης. Στη συνέχεια θα εξεταστούν οι λειτουργίες της γενικής όταν (α) προσδιορίζει ουσιαστικά και επίθετα, (β) προσδιορίζει επιρρήματα και (γ) λειτουργεί επιρρηματικά.

Η γενική με ονόματα.
Η γενική, όταν προσδιορίζει ουσιαστικά ή επίθετα ως ετερόπτωτος προσδιορισμός, δηλώνει ποικίλες σχέσεις:
(α) γενική διαιρετική: το σύνολο του οποίου μέρος είναι το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό
ΔΗΜ 27.68 τοὺς ἀδίκους τῶν ἀνθρώπων || τους άδικους ανάμεσα στους ανθρώπους.
ΠΛ Απολ 32 bμόνος τῶν πρυτάνεων || μόνος από τους πρυτάνεις.
Διαιρετική είναι και η γενική γεωγραφικών όρων.
ΘΟΥΚ 1.29.3 ἐν Ἀκτίῳ τῆς Ἀνακτορίας γῆς || στο Άκτιο της Ανακτορίας,
Με γενική διαιρετική συντάσσεται αρκετά συχνά το ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο επιθέτων ή αντωνυμιών, καθώς και ο υπερθετικός βαθμός των επιθέτων:
ΔΗΜ 12.6 εἰς τοῦτο παρανομίας ἀφῖχθε || έχετε φτάσει σ' αυτό το σημείο παρανομίας.
ΔΗΜ 9.3 ἄν τι τῶν ἀληθῶν μετὰ παρρησίας λέγω || αν λέω με θάρρος κάποια αλήθεια.
 (β) γενική κτητική ή του δημιουργού: τον κάτοχο ενός αντικειμένου ή τον δημιουργό. Στη γενική κτητική εντάσσεται και η γενική που δηλώνει συγγενικές σχέσεις. Με γενική κτητική συντάσσονται συνήθως τα επίθετα: οἰκεῖος, ἴδιος, κοινός, συγγενής, ἑταῖρος, φίλος, ἐχθρός, ξένος.
ΔΗΜ 60.4 ἡ γὰρ εὐγένεια τῶνδε τῶν ἀνδρῶν η ευγενική καταγωγή αυτών εδώ των ανδρών.
ΔΗΜ 24.142 τοὺς μὲν τοῦ Σόλωνος νόμους || τους νόμους του Σόλωνα. (του δημιουργού)
ΘΟΥΚ 4.104.4 Θουκυδίδην τὸν (υἱὸν) Ὀλόρου τον Θουκυδίδη τον γιο του Ολόρου. (γενική καταγωγής/συγγενείας)
ΔΗΜ 50.1 οὐ γὰρ ἐμὸς καὶ Πολυκλέους ἴδιός ἐστιν ὁ ἀγὼν μόνον, ἀλλὰ καὶ τῆς πόλεως κοινός || γιατί ο δικαστικός αγώνας δεν είναι ιδιωτικός που αφορά μόνο εμένα και τον Πολυκλή, αλλά δημόσιος και αφορά την πόλη μας.
(γ) (γενική της ύλης).
την ύλη από την οποία είναι κατασκευασμένο ένα αντικείμενο
ΞΕΝ Ελλ 4.4.12 εἰθισμένοι ὁρᾶν οἱ ἄνθρωποι σωροὺς σίτου, ξύλων, λίθων, τότε ἐθεάσαντο σωροὺς νεκρῶν || συνηθισμένοι οι άνθρωποι να βλέπουν σωρούς από σιτάρι, ξύλα και πέτρες, είδαν τότε σωρούς νεκρών.
(δ) γενική του περιεχομένου: το περιεχόμενο ενός αντικειμένου ή μιας έννοιας που δηλώνει πλήθος ή ποσότητα.
ΞΕΝ Απομν 1.2.32 βοῶν ἀγέλης νομεύς || βοσκός μιας αγέλης βοδιών.
ΞΕΝ Ελλ 1.1.15 τὸ πλῆθος τῶν νεῶν || το πλήθος των πλοίων.
(ε) γενική της ιδιότητας: κάποια ιδιότητα του προσδιοριζόμενου ουσιαστικού, συνήθως μέγεθος, ηλικία, ποσότητα οπότε συνοδεύεται και από αριθμητικό
ΘΟΥΚ 4.104.4 ἀπέχουσα τῆς Ἀμφιπόλεως ἡμίσεος ἡμέρας μάλιστα πλοῦν || που απέχει από την Αμφίπολη το πολύ μισής μέρας ταξίδι με το πλοίο.
ΘΟΥΚ 6.8.1 ὡς ἐς ἑξήκοντα ναῦς μηνὸς μισθόν || περίπου ο μισθός ενός μήνα για εξήντα πλοία.
ΘΟΥΚ 7.2.4 ὀκτὼ σταδίων […] τεῖχος || τείχος οκτώ σταδίων.
ΘΟΥΚ 3.70.6 οἱ δέ τινες τῆς αὐτῆς γνώμης τῷ Πειθίᾳ ὀλίγοι ἐς τὴν Ἀττικὴν τριήρη κατέφυγον || κάποιοι λίγοι όμως που είχαν τις ίδιες πεποιθήσεις με τον Πειθία κατέφυγαν στην αττική τριήρη.
(στ) γενική της αξίας: την αξία ή το τίμημα και εξαρτάται συνήθως από τα επίθετα: ἄξιος, ἀνάξιος, ἀντάξιος, ἐπάξιος, ἀξιόχρεως, ὠνητός, τίμιος, κ.ά.
ΛΥΣ 14.2 οὐ γὰρ μικρὰ τὰ ἁμαρτήματα οὐδὲ συγγνώμης ἄξια || γιατί τα σφάλματά δεν είναι μικρά ούτε αξίζουν τη συγγνώμη σας.
ΔΗΜ 8.49 ἀνάξιον ὑμῶν καὶ τῶν ὑπαρχόντων τῇ πόλει καὶ πεπραγμένων τοῖς προγόνοις || ανάξιο σε σας και στους πόρους που διαθέτει η πόλη σας και στα επιτεύγματα των προγόνων σας.
 (ζ) γενική της αιτίας: την αιτία και εξαρτάται συνήθως από επίθετα όπως αἴτιος, ὑπαίτιος, ἀναίτιος, ὑπεύθυνος, ὑπόλογος, ἔνοχος, ἀθῷος, εὐδαίμων κ.ά. ή από ουσιαστικά που δηλώνουν ψυχικό πάθος
ΛΥΣ 2.16 ἀγαθῶν πολλῶν αἴτιος ἅπασιν ἀνθρώποις || υπεύθυνος για πολλές ευεργεσίες προς όλους τους ανθρώπους.
ΔΗΜ 54.18 τραύματος πάλιν εἰσὶν γραφαί || κι υπάρχουν επίσης περιπτώσεις για την άσκηση δίωξης λόγω τραυματισμού.
(η) γενική υποκειμενική: το υποκείμενο της ενέργειας που δηλώνει το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό, το οποίο συνήθως είναι ρηματικό παράγωγο ή έχει ρηματική σημασία
ΛΥΣ 2.26 τήν τ' ἐνθάδε ἄφιξιν τῶν βαρβάρων καὶ τὴν νίκην τῶν προγόνων || την εδώ άφιξη των βαρβάρων και τη νίκη των προγόνων μας. ἀφικνοῦνται οἱ βάρβαροι καὶ νικῶσιν οἱ πρόγονοι.
 (θ) γενική αντικειμενική:  το αντικείμενο της ενέργειας που δηλώνει το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό. Τα ουσιαστικά και τα επίθετα που συντάσσονται με γενική αντικειμενική είναι ως προς τη σημασία τους συνήθως αντίστοιχα των ρημάτων που συντάσσονται με αντικείμενο σε γενική, δηλώνουν δηλαδή
1. μνήμη ή λήθη (μνήμων, ἀμνήμων, ἐπιλήσμων),
2. φροντίδα, επιμέλεια και τα αντίθετά τους (ἐπιμελής, ἀμελής)
3. φειδώ και τα αντίθετά τους (φειδωλός, ὀλίγωρος)
4. συμμετοχή, πλησμονή ή στέρηση (μέτοχος, κοινωνός, πλήρης, μεστός, ἐνδεής, γυμνός, ψιλός, κενός, ὀρφανός)
5. χωρισμό, απομάκρυνση ή απαλλαγή (ἔρημος, ἐλεύθερος, ἄμικτος, ἄγευστος),
6. εμπειρία ή απειρία,
7. επιτυχία ή αποτυχία (ἔμπειρος, ἄπειρος, ἐπιτυχής),
8. εξουσία ή υποταγή (κύριος, ἡγεμών, ὑπήκοος),
9. διαφορά ή σύγκριση (διάφορος, ἕτερος, ἀλλότριος).
ΘΟΥΚ 2.54.4 μνήμη δὲ ἐγένετο καὶ τοῦ Λακεδαιμονίων χρηστηρίου θυμήθηκαν και τον χρησμό που είχαν πάρει οι Λακεδαιμόνιοι.
ΘΟΥΚ 2.40.2 οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια || φροντίδα συγχρόνως και για τις ιδιωτικές και για τις δημόσιες υποθέσεις.
ΑΝΤΙΦ 3.4.6 μέτοχός ἐστι τοῦ φόνου || είναι συνεργός στον φόνο.
ΔΗΜ 18.217 ζήλου καὶ χαρᾶς καὶ ἐπαίνων ἡ πόλις ἦν μεστή || η πόλη ήταν γεμάτη από ενθουσιασμό και χαρά και επαίνους.
ΛΥΣ 13.11 τῶν ἐπιτηδείων ἐνδεεῖς || στερημένοι τα απαραίτητα.
ΗΡΟΔ 4.19 ψιλὴ δὲ δενδρέων ἡ πᾶσα αὕτη (χώρη) || ολόκληρη αυτή η περιοχή είναι γυμνή από δέντρα.
ΔΗΜ 57.70 πατρὸς ὀρφανός || ορφανός από πατέρα.
ΞΕΝ Απομν 4.4.24 φίλων μὲν ἀγαθῶν ἔρημοι || έρημοι από καλούς φίλους.
ΘΟΥΚ 1.80.1 πολλῶν ἤδη πολέμων ἔμπειρός εἰμι || έχω ήδη εμπειρία πολλών πολέμων.
ΘΟΥΚ 1.142.6 τὸ δὲ τῆς θαλάσσης ἐπιστήμονας γενέσθαι οὐ ῥᾳδίως αὐτοῖς προσγενήσεται || δεν θα είναι εύκολο γι' αυτούς να γίνουν έμπειροι στη ναυτική τέχνη.
ΔΗΜ 3.16 εἰ δὲ καὶ ταύτης κύριος τῆς χώρας γενήσεται || αν όμως γίνει κύριος κι αυτής της περιοχής.
ΘΟΥΚ 2.75.2 οἱ δὲ τοῦ δήμου προστάται || οι αρχηγοί της δημοκρατικής παράταξης.
ΠΛ Πολ 360d οὕτω δὲ δρῶν οὐδὲν ἂν διάφορον τοῦ ἑτέρου ποιοῖ || ενεργώντας όμως έτσι δεν θα έκανε κάτι διαφορετικό από τον άλλο.
ΘΟΥΚ 2.52.2 τοῦ ὕδατος ἐπιθυμίᾳ || από δίψα για νερό.
ΔΗΜ 60.9 τοὺς τῶν ᾀδομένων ποιητάς || τους ποιητές των τραγουδιών.
(ι) γενική συγκριτική: τον δεύτερο όρο της σύγκρισης μετά από επίθετα συγκριτικού βαθμού ή επίθετα που δηλώνουν σύγκριση, όπως πρότερος, ὕστερος, πολλαπλάσιος, κλπ.
ΛΥΣ 2.42 συνεβάλοντο […] ναῦς δὲ πλείους τῶν ἄλλων συμμάχων || συνεισέφεραν περισσότερα πλοία από τους άλλους συμμάχους τους.
ΘΟΥΚ 2.61.1 ὁ φυγὼν τὸν κίνδυνον τοῦ ὑποστάντος μεμπτότερος || αυτός που θέλει να αποφύγει τον κίνδυνο είναι περισσότερο αξιοκατάκριτος από αυτόν που τον υπομένει.
ΣΟΦ Αντ 672 ἀναρχίας δὲ μεῖζον οὐκ ἔστιν κακόν || δεν υπάρχει κακό μεγαλύτερο από την αναρχία.

 Η γενική με επιρρήματα.
Η γενική, όταν συνοδεύει επιρρήματα, έχει συνήθως τις λειτουργίες και τις σημασίες που διαθέτει όταν συνοδεύει επίθετα, καθώς πολλά επιρρήματα παράγονται από επίθετα ή ως προς τη σημασία τους αντιστοιχούν σε κάποια επίθετα. Έτσι η γενική μετά από επιρρήματα μπορεί να είναι:
(α) Γενική διαιρετική μετά από επιρρήματα τοπικά, χρονικά, ποσοτικά και τον υπερθετικό βαθμό των επιρρημάτων.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 6.1.42 ἐμβαλεῖν ποι τῆς ἐκείνων χώρας || να κάνουμε επίθεση σε κάποιο σημείο της χώρας εκείνων.
ΔΗΜ 23.156 αἰσθόμενος δ᾽ οὗ ἦν κακοῦ || κι όταν αντιλήφθηκε σε τι δύσκολη θέση βρισκόταν.
ΘΟΥΚ 4.25.1 ὀψὲ τῆς ἡμέρας || αργά το βράδυ.
ΠΛ Χαρμ 155c ἐπειδὴ δὲ τῶν τοιούτων ἅδην εἴχομεν || κι αφού είχαμε εξαντλήσει το συγκεκριμένο θέμα.
(β) Γενική της αξίας μετά από τα επιρρήματα ἀξίως, ἐπαξίως, ἀναξίως κλπ.
ΔΗΜ 60.1 ἀξίως εἰπεῖν τῶν τετελευτηκότων || να μιλήσω όπως αξίζει στους νεκρούς.
ΠΛ Απολ 32e καὶ πράττων ἀξίως ἀνδρὸς ἀγαθοῦ || και ενεργώντας όπως ταιριάζει σ' έναν ενάρετο άνθρωπο.
(γ) Γενική της αιτίας μετά από επιφωνήματα που δηλώνουν λύπη, πόνο, έκπληξη.
ΑΡΙΣΤΟΦ Πλ 389 Οἴμοι τῶν κακῶν || αλίμονο για τις συμφορές μου! / αλίμονο, ποιες συμφορές με βρήκαν!
(δ) Γενική αντικειμενική μετά από τροπικά επιρρήματα παραγόμενα από επίθετα που συντάσσονται με γενική αντικειμενική ή μετά από τα προθετικά τοπικά επιρρήματα (τοπικά επιρρήματα που παράγονται από προθέσεις, όπως ἄνω, κάτω, ἐντός, ἐκτός, ἐγγύς, ἐναντίον, πλησίον κλπ.).
ΙΣΟΚΡ 1.52 δεῖ καὶ τοὺς παιδείας ὀρεγομένους μηδενὸς μὲν ἀπείρως ἔχειν || πρέπει κι αυτοί που επιθυμούν την παιδεία να μην είναι αμαθείς σε τίποτα.
ΣΟΦ ΟΤ 788 λάθρᾳ δὲ μητρὸς καὶ πατρὸς πορεύομαι Πυθώδε || κρυφά από τη μητέρα και τον πατέρα μου πηγαίνω στην Πυθώ (=στους Δελφούς).
ΛΥΣ 2.63 ἐγγὺς […] τοῦδε τοῦ μνήματος || κοντά σ' αυτό εδώ το μνήμα.
ΔΗΜ 3.27 πλησίον Θηβῶν || κοντά στη Θήβα.
ΘΟΥΚ 6.25.1 ἐναντίον ἁπάντων || ενώπιον όλων.
(ε) Γενική συγκριτική μετά από συγκριτικό βαθμό επιρρημάτων.
ΙΣΟΚΡ Επιστ 8.2 ὁρῶν δ᾽ αὐτοὺς λυπουμένους μᾶλλον τοῦ προσήκοντος || κι επειδή βλέπω ότι αυτοί λυπούνται περισσότερο απ' όσο πρέπει.
(στ) Γενική της αναφοράς με τα τροπικά επιρρήματα πῶς, ὅπως, ὡς, καλῶς, κακῶς, εὖ, όταν σχηματίζουν περιφράσεις με τα ρήματα ἔχω και κεῖμαι (στον Ηρόδοτο και ἥκω). Η συγκεκριμένη γενική δηλώνει σε σχέση με τι το υποκείμενο της πρότασης βρίσκεται σε καλή/κακή κατάσταση ή θέση.
ΔΗΜ 60.23 ὡς ἕκαστος ἔχει γνώμης || ο καθένας ανάλογα με την κρίση του.
ΠΛ Πολ 404d εὖ σώματος ἕξειν || να είναι σε καλή σωματική κατάσταση.

Γενική ως επιρρηματικός προσδιορισμός
Η γενική ως επιρρηματικός προσδιορισμός μπορεί να δηλώνει:
(α) τόπο. Πρόκειται για χρήση κυρίως ποιητική· στην πεζογραφία έχουν διατηρηθεί μόνο οι γενικές κάποιων αντωνυμιών που έχουν καταλήξει τοπικά επιρρήματα.
ΘΟΥΚ 1.29.3 ἐν Ἀκτίῳ τῆς Ἀνακτορίας γῆς, οὗ τὸ ἱερὸν τοῦ Ἀπόλλωνός ἐστιν || στο Άκτιο της Ανακτορίας, όπου βρίσκεται το ιερό του Απόλλωνα.
ΘΟΥΚ 2.52.3 τά τε ἱερὰ ἐν οἷς ἐσκήνηντο νεκρῶν πλέα ἦν, αὐτοῦ ἐναποθνῃσκόντων || και τα ιερά στα οποία είχαν κατασκηνώσει ήταν γεμάτα νεκρούς, που είχαν ξεψυχήσει εκεί μέσα.
(β) χρόνο. Ειδικότερα δηλώνει χρονικό διάστημα εντός του οποίου συμβαίνει ή ισχύει κάτι.
ΘΟΥΚ 3.104.1 τοῦ δ' αὐτοῦ χειμῶνος καὶ Δῆλον ἐκάθηραν Ἀθηναῖοι || κατά τη διάρκεια του ίδιου χειμώνα οι Αθηναίοι έκαναν και τον καθαρμό της Δήλου.
ΛΥΣ 14.2 ὡς ἔσται τοῦ λοιποῦ βελτίων || ότι θα είναι στο εξής καλύτερος.
(γ) αιτία, όταν προσδιορίζει ρήματα ψυχικού πάθους ή δικανικά ρήματα.
ΛΥΣ 2.81 ἐγὼ μὲν οὖν αὐτοὺς καὶ μακαρίζω τοῦ θανάτου καὶ ζηλῶ || εγώ λοιπόν αυτούς τους μακαρίζω και τους ζηλεύω για τον θάνατο που είχαν.
ΛΥΣ 10.31 νῦν γὰρ διώκω <μὲν> κακηγορίας, τῇ δ' αὐτῇ ψήφῳ φόνου φεύγω τοῦ πατρός || γιατί εγώ τώρα ασκώ δίωξη εναντίον του για εξύβριση και συγχρόνως κατά την ίδια ψηφοφορία κατηγορούμαι για τον φόνο του πατέρα μου.
(δ) αξία ή τίμημα (και την ποινή, όταν προσδιορίζει δικαστικά ρήματα).
ΠΛ Απολ 20b καὶ πόσου διδάσκει; || και πόσα παίρνει για τη διδασκαλία του;
ΔΗΜ 9.9 τοῦτο δ᾽ ἐστὶν ὃ τῶν ἀναλισκομένων χρημάτων πάντων Φίλιππος ὠνεῖται || αυτό είναι που αγοράζει ο Φίλιππος με όλα τα χρήματα που ξοδεύει.
ΠΛ Απολ 36b τιμᾶται δ᾽ οὖν μοι ὁ ἀνὴρ θανάτου || ορίζει ως ποινή λοιπόν για μένα ο άνθρωπος αυτός το θάνατο.


iii) Δοτική
Η δοτική είναι η πτώση που δηλώνει το πρόσωπο ή το πράγμα το οποίο εμπλέκεται σε μια σχέση αντιθετικά προσδιορισμένη: σχέση φιλίας ή έχθρας, ωφέλειας ή βλάβης, ομοιότητας ή διαφοράς, συμφωνίας ή αντίθεσης κλπ. Πέρα όμως από τη συγκεκριμένη λειτουργία, η αρχαιοελληνική δοτική έχει αφομοιώσει και τις λειτουργίες δύο ινδοευρωπαϊκών πτώσεων οι οποίες εξέλειπαν στην αρχαία ελληνική: της οργανικής και της τοπικής. Η οργανική δοτική δηλώνει συνοδευτικά στοιχεία της ρηματικής πράξης, όπως το μέσον με το οποίο αυτή επιτυγχάνεται ή τις διάφορες περιστάσεις που την συνοδεύουν, ενώ η τοπική δοτική εντοπίζει τη ρηματική πράξη στον χώρο ή στον χρόνο. Στη συνέχεια θα εξεταστούν οι λειτουργίες της δοτικής όταν (α) προσδιορίζει ουσιαστικά και επίθετα, (β) προσδιορίζει επιρρήματα και (γ) λειτουργεί επιρρηματικά.
Η δοτική με ονόματα. 
Η δοτική ως ετερόπτωτος προσδιορισμός ονομάτων προσδιορίζει κυρίως επίθετα (σπανιότερα ουσιαστικά) και δηλώνει
(α) το αντικείμενο της ενέργειας του επιθέτου (δοτική αντικειμενική). Τα επίθετα που συντάσσονται με δοτική αντικειμενική είναι ως προς τη σημασία τους συνήθως αντίστοιχα των ρημάτων που συντάσσονται με αντικείμενο σε δοτική, σημαίνουν δηλαδή
1.      Ωφέλεια ή βλάβη, όπως ὠφέλιμος, βλαβερός, ἐπιζήμιος κ.τ.ό.:
βλαβερὰ
 τῇ πόλει  ἐπιζήμια αὐτοῖς
Αὐτός τε
 αὑτῷ ὠφέλιμος ἐγένετο.
2.      Φιλία ή έχθρα, όπως εὐμενής, εὔνους, ἐπιτήδειος, φίλος, δυσμενής, δύσνους, ἐναντίος, ἐχθρός, πολέμιοςκ.τ.ό.:
Βασιλεὺς γὰρ καὶ τύραννος ἅπας ἐχθρὸς
 ἐλευθερίᾳ καὶ νόμοις ἐναντίος.
Οἱ ὅμοιοι
 τοῖς ὁμοίοις εὖνοί εἰσι.
Ὁ πατὴρ ὁ ἡμέτερος φίλος ἦν καὶ ἐπιτήδειος
 Μενεκλεῖ.
3.      Ευπείθεια ή υποταγή, όπως εὐπειθής, πιστός, ὑπήκοος, ἀπειθὴς κ.τ.ό.:
πιστὸς
 τῷ δήμῳ  ἀπειθὴς τοῖς νόμοις
Πρῶτον τὸν στρατηγὸν δεῖ εὐπειθέστατον
 τοῖς νόμοις εἶναι.
4.      Ακολουθία ή διαδοχή, όπως ἀκόλουθος, διάδοχος, ἑπόμενος κ.τ.ό.:
διάδοχος
 Κλεάνδρῳ  ἑπόμενοι τῷ ἄρχοντι
5.      Προσέγγιση ή μείξη, όπως γείτων, ὅμορος (γειτονικός), πλησίος, ἄμικτος κ.τ.ό.:
Ἐγώ, ὦ ἄνδρες Ἕλληνες, γείτων οἰκῶ τῇ Ἑλλάδι.
6.      Ταυτότητα ή ομοιότητα, όπως ὁ αὐτὸς (ο ίδιος), ὅμοιος, παραπλήσιος, ἀνόμοιος κ.τ.ό.:
Ὁμοίαν
 ταῖς δούλαις εἶχε τὴν ἐσθῆτα.
Πολλὰ καὶ ἀνόμοια τῇ ἐκείνου συμβουλῇ ἔπραττεν.
7.      Ισότητα ή συμφωνία, όπως ἴσος, ἰσόπαλος, ἰσόρροπος, σύμφωνος, ἄνισος κ.τ.ό.:
ἰσοπαλεῖς τοῖς ἐναντίοις – σύμφωνος τῷ ὀνόματι
Σοὶ οὐδεὶς ἴσος.
8.      «Aρμόζει» ή «ταιριάζει» και τα αντίθετα, όπως ἁρμόδιος, πρεπώδης, ἀνάρμοστος, ἀπρεπὴς κ.τ.ό.:
Μέθη
 φύλαξιν ἀπρεπέστατον. (στους φύλακες)
9.      Tέλος, με δοτική αντικειμενική συντάσσονται επίθετα σύνθετα με τις προθέσεις ἐν, σύν, όπως ἔμφυτος,ἐντριβής, σύμφυτος, συμφυής, σύμμαχος κ.τ.ό.:
Ἡ τύχη οὐκ ἔστι σύμμαχος
 τοῖς μὴ δρῶσι.
Ἔμφυτα ἦν ταῦτα τοῖς Ἀθηναίοις.
 (β) δοτική της αναφοράς: προσδιορίζει συνήθως επίθετα που δηλώνουν ικανότητα, σύγκριση, καταλληλότητα ή κατάσταση,  όπως ἀσθενής, δεινός, καλός, δυνατός, εὐπροσήγορος(γλυκομίλητος, προσηνής), ἱκανός, ἰσχυρός, τραχύς, φοβερός, ταχὺς κ.τ.ό.:
ἀσθενὴς τῷ σώματι  ταχὺς τοῖς ποσὶ  εὐπροσήγορος τῷ λόγῳ
ἐγὼ δ᾽ […] οὔτε ποσίν εἰμι ταχὺς οὔτε χερσὶν ἰσχυρός || εγώ δεν είμαι ούτε γρήγορος στα πόδια ούτε ισχυρός στα χέρια.
Ἀλκιβιάδης ὁ Κλεινίου, ἀνὴρ ἡλικίᾳ μὲν ἔτι τότε ὢν νέος || ο Αλκιβιάδης, ο γιος του Κλεινία, άντρας που τότε ήταν ακόμη νέος στην ηλικία.
N.E.: Τα συνώνυμα των ονομάτων που στην Α.Ε. συντάσσονται με δοτική απαντούν στη N.E. με γενική ή εμπρόθετο προσδιορισμό:
βλαβερός για την υγεία  όμοιος με τον αδελφό του  διάδοχος του βασιλιά
Η δοτική με επιρρήματα. 
Η δοτική που προσδιορίζει επιρρήματα έχει λειτουργίες ανάλογες με τη δοτική που συνοδεύει επίθετα. Συγκεκριμένα μπορεί να δηλώνει:
(α) δοτική αντικειμενική: το αντικείμενο της ενέργειας του επιρρήματος όταν προσδιορίζει επιρρήματα τα οποία παράγονται ή σημασιολογικά αντιστοιχούν σε επίθετα που συντάσσονται με δοτική αντικειμενική.
ΘΟΥΚ 1.48.2 καὶ ἅμα ἕῳ πλέοντες καθορῶσι τὰς τῶν Κερκυραίων ναῦς μετεώρους || και κατά την αυγή, ενώ έπλεαν, βλέπουν τα πλοία των Κερκυραίων στο ανοιχτό πέλαγος.
ΛΥΣ 24.7 τοὺς ἄλλους τοὺς ὁμοίως ἐμοὶ διακειμένους || τους άλλους που είναι στην ίδια κατάσταση με μένα.
ΠΛ Νομ 844e ἑπομένως τῷ νόμῳ || σύμφωνα με το νόμο.
ΙΣΟΚΡ 7.31 παραπλησίως δὲ τοῖς εἰρημένοις καὶ τὰ πρὸς σφᾶς αὐτοὺς διῴκουν || με τρόπο παρόμοιο με όσα ειπώθηκαν συμπεριφέρονταν και στις μεταξύ τους σχέσεις.
(β) δοτική της αναφοράς: αναφορά, όταν προσδιορίζει τροπικά επιρρήματα που δηλώνουν ικανότητα, σύγκριση, καταλληλότητα ή κατάσταση
ΔΗΜ 11.2 ἀλλὰ (χρὴ) καὶ σώμασι καὶ χρήμασι καὶ ναυσὶ καὶ πᾶσιν ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν ἀφειδῶς ὁρμῆσαι πρὸς τὸν πόλεμον || αλλά πρέπει να μπείτε πρόθυμα στον πόλεμο διαθέτοντας ανθρώπους και χρήματα και πλοία και γενικώς τα πάντα.
ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 75 καὶ πῶς ἔχετε ταῖς διανοίαις(περὶ τούτων), θεωρήσατε || παρατηρήστε πώς σκέφτεστε (γι' αυτά τα ζητήματα).
(γ) δοτική του μέτρου ή της διαφοράς:  το μέτρο ή τη διαφορά, όταν προσδιορίζει συγκριτικούς βαθμούς επιρρημάτων επιτείνοντας τη σημασία τους
ΛΥΣ 18.6 καὶ οὐ πολλῷ χρόνῳ ὕστερον Νικήρατος […] ὑπὸ τῶν τριάκοντα ἀπέθανεν || κι όχι πολύ αργότερα ο Νικήρατος εκτελέστηκε από τους τριάκοντα.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 8.3.40 τοσούτῳ ἥδιον ζῶ ὅσῳ πλείω κέκτημαι || όσο περισσότερα έχω, τόσο πιο ευχάριστα ζω.


Η δοτική ως επιρρηματικός προσδιορισμός 
Η δοτική ως επιρρηματικός προσδιορισμός μπορεί να δηλώνει:
(α) τόπο. Η επιρρηματική δοτική του τόπου χρησιμοποιείται κυρίως στην ποίηση, ενώ στην πεζογραφία επιβιώνει μόνο με κύρια ονόματα, π.χ. Πυθοῖ, Ἰσθμοῖ, Ὀλυμπίασι, Σαλαμῖνι, Ἀθήνησι, Μαραθῶνι, Φαληροῖ, κλπ, καθώς και στις δοτικές κάποιων ονομάτων ή αντωνυμιών που έχουν καταντήσει επιρρήματα, όπως τῇδε, ταύτῃ, ἐκείνῃ, ἄλλῃ, ᾗ, πάντῃ, κύκλῳ κλπ. Στον πεζό λόγο για να εντοπιστεί η θέση κάποιου πράγματος ή γεγονότος προτιμάται η εμπρόθετη εκφορά ἐν + δοτική, συχνά και στην περίπτωση των κυρίων ονομάτων.
ΣΟΦ ΟΤ 1451 ἀλλ᾽ ἔα με ναίειν ὄρεσιν || αλλά άφησέ με να κατοικώ στα βουνά.
ΘΟΥΚ 1.73.4 φαμὲν γὰρ  Μαραθῶνί τε μόνοι προκινδυνεῦσαι τῷ βαρβάρῳ || ισχυριζόμαστε ότι μόνοι εμείς στον Μαραθώνα τολμήσαμε να αντιμετωπίσουμε τους βαρβάρους.
Πρβ. ΘΟΥΚ 1.18.1 ἡ ἐν Μαραθῶνι μάχη Μήδων πρὸς Ἀθηναίους.
ΘΟΥΚ 5.18.10 στήλας δὲ στῆσαι Ὀλυμπίασι καὶ Πυθοῖ καὶ Ἰσθμοῖ καὶ Ἀθήνησιν ἐν πόλει καὶ ἐν Λακεδαίμονι ἐν Ἀμυκλαίῳ || και να στήσουν στήλες (με τη συνθήκη) στην Ολυμπία και στους Δελφούς και στον Ισθμό και στην Αθήνα στην ακρόπολη και στη Σπάρτη στο Αμύκλαιο.
ΞΕΝ Ελλ 5.2.4 τάφρον ὤρυττε κύκλῳ περὶ τὴν πόλιν || έσκαβε τάφρο ολόγυρα στην πόλη.
(β) χρόνο. Ειδικότερα η δοτική του χρόνου ορίζει το ακριβές χρονικό σημείο κατά το οποίο συνέβη κάτι, γι' αυτό κανονικά συνοδεύεται από επιθετικό προσδιορισμό, ο οποίος την καθιστά ακριβέστερη.
ΞΕΝ Ελλ 1.6.1 τῷ δ' ἐπιόντι ἔτει […]ἔπεμψαν ἐπὶ τὰς ναῦς Καλλικρατίδαν || την επόμενη χρονιά οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν αρχηγό του στόλου τον Καλλικρατίδα.
ΘΟΥΚ 7.78.4 καὶ ταύτῃ μὲν τῇ ἡμέρᾳ […] ηὐλίσαντο πρὸς λόφῳ τινὶ οἱ Ἀθηναῖοι· τῇ δ' ὑστεραίᾳ πρῲ ἐπορεύοντο || αυτή τη μέρα οι Αθηναίοι κατασκήνωσαν για τη νύχτα κοντά σ' έναν λόφο· και την επομένη ξεκίνησαν την πορεία τους με την αυγή.
 (γ) όργανο ή μέσο.
ΛΥΣ 3.8 ἐπειδὴ δὲ αὐτὸν ἠμυνάμην, ἐκστὰς ἔβαλλέ με λίθοις || κι όταν προσπάθησα να τον αντιμετωπίσω, απομακρύνθηκε και άρχισε να με χτυπά με πέτρες.
ΞΕΝ 2.4.12 ἦν δὲ ᾠκοδομημένον (τὸ τεῖχος) πλίνθοις ὀπταῖς || (το τείχος) ήταν κατασκευασμένο με ψημένες πλίνθους.
ΠΛ Πολ 407d οὐκοῦν […] φῶμεν καὶ Ἀσκληπιὸν […] φαρμάκοις τε καὶ τομαῖς τὰ νοσήματα ἐκβάλλοντα; || να ισχυριστούμε, λοιπόν, ότι και ο Ασκληπιός με φάρμακα και διατομές έβγαλε από πάνω τους την αρρώστια;
Εδώ θα πρέπει να ενταχθούν και κάποιες δοτικές που δηλώνουν σύμφωνα με τι συμβαίνει κάτι ή με ποιο κριτήριο κρίνεται.
ΑΙΣΧΙΝ 1.4 διοικοῦνται δ' αἱ μὲν τυραννίδες καὶ ὀλιγαρχίαι τοῖς τρόποις τῶν ἐφεστηκότων, αἱ δὲ πόλεις αἱ δημοκρατούμεναι τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις || οι τυραννίδες και οι ολιγαρχίες διοικούνται σύμφωνα με τη θέληση αυτών που βρίσκονται στην εξουσία, ενώ οι δημοκρατικές σύμφωνα με τους θεσπισμένους νόμους.
ΔΗΜ 34.48 πολὺ δικαιότερόν ἐστιν τοῖς ἐξ ἀρχῆς ῥηθεῖσι τεκμαίρεσθαι μᾶλλον ἢ τοῖς ὕστερον τεκταινομένοις || είναι πολύ πιο δίκαιο να βγάλετε συμπεράσματα με βάση την αρχική μαρτυρία του, παρά με βάση τα εκ των υστέρων κατασκευασμένα ψεύδη του.
 (δ) τρόπο ή τις συνθήκες υπό τις οποίες συμβαίνει κάτι. Πολλές δοτικές του τρόπου έχουν καταντήσει σχεδόν επιρρήματα: βίᾳ, σπουδῇ, λόγῳ, ἔργῳ, προφάσει, τῇ ἀληθείᾳ, σιγῇ, σιωπῇ, δρόμῳ, ἰδίᾳ, δημοσίᾳ, πεζῇ, τῷδε/τούτῳ τῷ τρόπῳ, τῇδε, ταύτῃ, ἄλλῃ, κλπ.
ΘΟΥΚ 4.127.1 οἱ δὲ βάρβαροι […] πολλῇ βοῇ καὶ θορύβῳ προσέκειντο || οι βάρβαροι επιτέθηκαν με πολλή βοή και θόρυβο.
ΘΟΥΚ 1.86.3 ἀλλὰ τιμωρητέα ἐν τάχει καὶ παντὶ σθένει || αλλά πρέπει να τους βοηθήσουμε γρήγορα και με όλη μας την δύναμη.
ΞΕΝ Αγ 1.31 τοῖς δὲ πελτασταῖς εἶπε δρόμῳ ὑφηγεῖσθαι || και διέταξε τους πελταστές να προπορεύονται τρέχοντας.
ΛΥΣ 2.61 ἐκείνων δὲ τῶν ἀνδρῶν ἄξιον καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ μεμνῆσθαι || αξίζει όμως και ιδιωτικά και δημόσια να φέρνει κανείς στην μνήμη του εκείνους τους άντρες.
 (ε) συνοδεία. Δηλώνει τη συμμετοχή κάποιου στις ενέργειες του υποκειμένου. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά για στρατιωτικές δυνάμεις.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.7.14 ἐντεῦθεν δὲ Κῦρος ἐξελαύνει […] συντεταγμένῳ τῷ στρατεύματι παντί || από εκεί ο Κύρος προέλασε με όλο το στράτευμά του σε παράταξη.
ΘΟΥΚ 1.26.4 στρατεύουσιν ἐπ' αὐτοὺς οἱ Κερκυραῖοι τεσσαράκοντα ναυσί || οι Κερκυραίοι εκστρατεύουν εναντίον τους με σαράντα πλοία.
ΞΕΝ ΚΑναβ 7.3.43 ἐγὼ μὲν ἡγήσομαι τοῖς ἵπποις || εγώ θα προπορευθώ με το ιππικό.
Συχνά η δοτική της συνοδείας προσδιορίζεται από την οριστική αντωνυμία αὐτός, η οποία λειτουργεί ως κατηγορηματικός προσδιορισμός της.
ΘΟΥΚ 7.25.4 μίαν μὲν ναῦν λαμβάνουσιν αὐτοῖς ἀνδράσι || κατέλαβαν ένα πλοίο μαζί με τους ναύτες του.
 (στ) αιτία. Συνήθως συνοδεύει ρήματα που δηλώνουν ψυχικό πάθος, όπως: χαίρω, ἥδομαι, ἄχθομαι, λυποῦμαι, ὀργίζομαι, αἰσχύνομαι, ἀγανακτῶ, ἀθυμῶ, χαλεπαίνω, χαλεπῶς φέρω, ἀπορῶ, θαυμάζω, κλπ.
ΞΕΝ 2.2.21 οὐ γὰρ ἔτι ἐνεχώρει μέλλειν διὰ τὸ πλῆθος τῶν ἀπολλυμένων τῷ λιμῷ || δεν χωρούσε πλέον άλλη αναβολή, γιατί ήταν μεγάλος ο αριθμός αυτών που πέθαιναν από την πείνα.
ΔΗΜ 54.67 ἀλλ' αἰσχροκερδίᾳ καὶ πλεονεξίᾳ καὶ ὕβρει […] ταῦτα φανήσονται πράττοντες || αλλά θα αποδειχθεί ότι οι πράξεις τους έχουν ως κίνητρο την αισχροκέρδια και την πλεονεξία και την αλαζονία.
ΞΕΝ 1.3.3 μὴ θαυμάζετε ὅτι χαλεπῶς φέρω τοῖς παροῦσι πράγμασιν || μην απορείτε που στενοχωριέμαι για την παρούσα κατάσταση.
 (ζ) αναφορά. Πολύ συχνά προσδιορίζει ρήματα που δηλώνουν σύγκριση ή διαφορά.
ΘΟΥΚ 2.34.6 ἀνὴρ ᾑρημένος ὑπὸ τῆς πόλεως, ὃς ἂν γνώμῃ τε δοκῇ μὴ ἀξύνετος εἶναι καὶ ἀξιώσει προήκῃ || ένας άντρας εκλεγμένος από την πόλη, όποιος θεωρηθεί ότι είναι συνετός και ξεχωρίζει για το κύρος του.
ΘΟΥΚ 2.39.1 διαφέρομεν δὲ καὶ ταῖς τῶν πολεμικῶν μελέταις τῶν ἐναντίων || διαφέρουμε όμως από τους αντιπάλους μας και ως προς την πολεμική εξάσκηση.
ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 132ἀλλὰ Λεωκράτης τοσοῦτον ὑπερβέβληκε δειλίᾳ, ὥστε τὴν πατρίδα τοῖς πολεμίοις ἐγκατέλιπε || ο Λεωκράτης όμως υπήρξε τόσο υπερβολικός στη δειλία του, ώστε εγκατέλειψε την πατρίδα στους εχθρούς.
 (η) μέτρο ή διαφορά.
ΛΥΣ 2.34 οὐ πολλαῖςδ' ὕστερον ἡμέραις ἦλθε καὶ ἡ πεζὴ στρατιά || λίγες μέρες αργότερα έφτασε και το πεζικό στράτευμα.
ΘΟΥΚ 5.47.10 Ἀργείους δὲ […] ἰόντας Ἀθήναζε δέκα ἡμέραις πρὸ Παναθηναίων τῶν μεγάλων || και οι Αργείοι […] πηγαίνοντας στην Αθήνα δέκα μέρες πριν από τα μεγάλα Παναθήναια.

Δοτική προσωπική
Η δοτική προσωπική είναι δοτική ονόματος ή αντωνυμίας, συνήθως προσωπικής, και φανερώνει το πρόσωπο για το οποίο υπάρχει ή γίνεται κάτι. Σε αντίθεση με το αντικείμενο σε δοτική που αναφέρεται μόνο στο ρήμα, η δοτική προσωπική μπορεί να αναφέρεται στο περιεχόμενο ολόκληρης της πρότασης. Αντιστοιχεί στη γενική προσωπική της Ν.Ε. και συνοδεύει απρόσωπα ρήματα και απρόσωπες εκφράσεις (βλ. § 86) ή προσωπικά ρήματα οποιασδήποτε σημασίας και διάθεσης. Στη δεύτερη περίπτωση διακρίνεται σε:
α) Δοτική προσωπική κτητική· φανερώνει τον κτήτορα και συντάσσεται με τα ρήματα εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω, όταν αυτά έχουν τη σημασία του «έχω»:
Παῖδες δέ μοι οὔπω εἰσίν. (Παιδιά δεν έχω ακόμα.)
Τί μοι πλέον ἐστί; (Tι όφελος έχω;)
Τῷ δικαίῳ παρὰ τῶν θεῶν δῶρα γίγνεται. (Ο δίκαιος έχει δώρα από τους θεούς.)
Δουλεία ὑπάρχει αὐτοῖς. (Αυτοί έχουν δουλεία / είναι υποδουλωμένοι.)
β) Δοτική προσωπική χαριστική· φανερώνει το πρόσωπο που ωφελείται, το πρόσωπο για χάρη του οποίου γίνεται αυτό που δηλώνει η πρόταση:
Κάλει μοι τοὺς οἰκέτας. (Κάλεσέ μου / κάλεσε για χάρη μου τους υπηρέτες.)
Ἦλθον Θετταλῶν ἱππεῖς τοῖς Ἀθηναίοις.
Ἐπριάμην ὑμῖν ἀγαθὰ πλεῖστα. (αγόρασα για σας)
Πᾶς ἀνὴρ αὑτῷ πονεῖ. (κοπιάζει για τον εαυτό του)
N.E.: O σκύλος μού φυλάει το σπίτι.
γ) Δοτική προσωπική αντιχαριστική· φανερώνει το πρόσωπο που βλάπτεται από κάτι:
Ἥδε ἡ ἡμέρα τοῖς Ἕλλησι μεγάλων κακῶν ἄρξει. (Η σημερινή ημέρα θα είναι για τους Έλληνες η αρχή μεγάλων
δεινών.)
Πάντες πάντα κακὰ νοοῦσι τῷ τυράννῳ. (σκέφτονται για τον τύραννο)
δ) Δοτική προσωπική ηθική· φανερώνει το πρόσωπο που χαίρεται ή λυπάται για κάτι. Ως τέτοια χρησιμοποιείται κανονικά η δοτική της προσωπικής αντωνυμίας:
Ἡ στρατιὰ σῖτον οὐκ εἶχεν αὐτῷ. [προς λύπη του]
Ὦ τέκνον, ἦ βέβηκεν ἡμῖν ὁ ξένος; (αλήθεια μας ήρθε...;)
N.E.: Μη μου στενοχωριέσαι.
ε) Δοτική προσωπική της συμπάθειας· φανερώνει το πρόσωπο που συμπάσχει, το πρόσωπο που συμμετέχει συναισθηματικά σε ό,τι εκφράζει το ρήμα της πρότασης:
Διέφθαρτο τῷ Κροίσῳ ἡ ἐλπίς. (Ο Κροίσος είχε χάσει κάθε ελπίδα.)
N.E.: Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι.
στ) Δοτική προσωπική του κρίνοντος προσώπου· φανερώνει το πρόσωπο κατά την κρίση του οποίου ισχύει αυτό που λέγεται στην πρόταση:
Oὐ γὰρ ὁ θάνατος τοῖς εὖ φρονοῦσιν οἰκτρός.
Εὐδαίμων μοι ἐφαίνετο ὁ ἀνήρ.
N.E.: Μου φαίνεσαι άρρωστος.
ζ) Δοτική προσωπική της αναφοράς· φανερώνει το πρόσωπο σχετικά με το οποίο ισχύει αυτό που δηλώνει η πρόταση. Συνοδεύεται συχνά από το ὡς ή μετοχή δοτικής πτώσης, η οποία δηλώνει τόπο ή χρόνο:
Τῷ γὰρ καλῶς πράσσοντι πᾶσα γῆ πατρίς.
Μακρὰν ὡς γέροντι προὐστάλης ὁδόν. (Έκανες δρόμο μακρύ για γέροντα.)
Ἦν ἡμέρα πέμπτη ἐπιπλέουσι τοῖς Ἀθηναίοις. (αφότου οι Αθηναίοι έπλεαν εχθρικά)
N.E.: Το παντελόνι τού είναι κοντό.
η) Δοτική προσωπική του ενεργούντος προσώπου (ποιητικό αίτιο)· φανερώνει το πρόσωπο που ενεργεί. Συντάσσεται με παθητικά ρήματα, κυρίως συντελικού χρόνου (παρακειμένου, υπερσυντελίκου, συντελεσμένου μέλλοντα), και με ρηματικά επίθετα σε -τέος ή -τος (βλ. §§ 141β, 143):
Ἀλέξανδρος, ὡς Ἀριστοβούλῳ λέλεκται, ὑπὸ καμάτου ἐνόσησεν.
Ὥστε μοι σχεδόν τι πᾶς ὁ λόγος γέγραπται.
Ὠφελητέα σοι ἡ πόλις ἐστί. (Πρέπει να ωφελείς την πόλη.)
Οὐκ ἐξιτόν ἐστι αὐτοῖς. (Δεν είναι δυνατόν σ' αυτούς να βγουν έξω.)
(iv) Αιτιατική
Η αιτιατική λειτουργεί κυρίως ως συμπλήρωμα ή προσδιορισμός του ρήματος, και ελάχιστες χρήσεις έχει ως προσδιορισμός ονομάτων. Είναι η κατεξοχήν πτώση που συμπληρώνει τη σημασία του ρήματος και δηλώνει το αντικείμενο στο οποίο μεταβαίνει άμεσα η ρηματική ενέργεια. Η στενή σχέση της αιτιατικής με το ρήμα φαίνεται από το γεγονός ότι είναι η πτώση στην οποία εκφέρεται το εσωτερικό ή σύστοιχο αντικείμενο.
Στη συνέχεια θα εξεταστούν οι λειτουργίες της αιτιατικής όταν (α) προσδιορίζει ουσιαστικά και επίθετα, (β) προσδιορίζει επιρρήματα και (γ) λειτουργεί επιρρηματικά.
Η αιτιατική με ονόματα.
Η αιτιατική ως ετερόπτωτος προσδιορισμός ονομάτων μπορεί να δηλώνει:
(α) αναφορά (αιτιατική της αναφοράς). Συχνές αιτιατικές της αναφοράς είναι οι: τὸ ὕψος, τὸ εὖρος, τὸ μῆκος, τὸ μέγεθος, τὸν ἀριθμόν, τὸ πλῆθος, τὸ ὄνομα, τὴν ὄψιν, κλπ.
ΣΟΦ ΟΤ 371 τυφλὸς τά τ᾽ ὦτα τόν τε νοῦν τά τ᾽ ὄμματ᾽ εἶ || είσαι τυφλός και στα αυτιά και στον νου και στα μάτια.
ΠΛ Γοργ 477a βελτίων τὴν ψυχὴν γίγνεται || γίνεται καλύτερος στην ψυχή.
ΘΟΥΚ 2.40.3 κράτιστοι δ' ἂν τὴν ψυχὴν δικαίως κριθεῖεν || δικαίως θα μπορούσαν να κριθούν πάρα πολύ γενναίοι στην ψυχή.
ΛΥΣ 10.29 ὅσῳ μείζους εἰσὶ καὶ νεανίαι τὰς ὄψεις τοσοῦτο μᾶλλον ὀργῆς ἄξιοί εἰσι || όσο πιο μεγαλόσωμοι και νεαροί στην εμφάνιση είναι, τόσο περισσότερο αξίζουν την οργή σας.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.2.23 διὰ μέσου δὲ τῆς πόλεως ῥεῖ ποταμὸς Κύδνος ὄνομα, εὖρος δύο πλέθρων || μέσα από την πόλη περνάει ένα ποτάμι, Κύδνος στο όνομα, με εύρος δύο πλέθρα.
Η αιτιατική με επιρρήματα
Η αιτιατική ως προσδιορισμός επιρρημάτων μπορεί να δηλώνει:
(α) αναφορά. Προσδιορίζει συνήθως τροπικά επιρρήματα.
ΞΕΝ Απομν 3.12.4ὑγιαίνουσιν οἱ τὰ σώματα εὖ ἔχοντες || υγιείς είναι εκείνοι που έχουν τα σώματά τους σε καλή κατάσταση.
(β) ποσό. Συνήθως επιτείνει τη σημασία επιρρημάτων συγκριτικού βαθμού.
ΛΥΣ 14.15 ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἐφοβεῖσθε τοὺς τῆς πόλεως νόμους || αλλά πολύ περισσότερο φοβόσασταν τους νόμους της πόλης.
ΘΟΥΚ 1.45.1 οὐ πολὺ ὕστερον δέκα ναῦς αὐτοῖς ἀπέστειλαν βοηθούς || λίγο αργότερα τους έστειλαν δέκα πλοία για να τους βοηθήσουν.
(γ) Με αιτιατική συντάσσονται και τα ορκωτικά μόρια νὴ και μά (Ομοτικές φράσεις). Σε καταφατικές προτάσεις χρησιμοποιούνται τα νὴ και ναὶ μά, ενώ στις αρνήσεις τα μὰ και οὐ μά.
ΔΗΜ 25.42 ἀλλὰ νὴ Δία ταῦτα μὲν οὕτως ἔχειν ὁμολογήσετε || αλλά, μα τον Δία, θα παραδεχθείτε ότι αυτά έτσι έχουν.
ΠΛ Ιππαρ 228a οὐ μὰ Δία, ὦ Σώκρατες, ἀλλὰ τοὐναντίον σύ με ἐξαπατᾷς || όχι μα τον Δία, Σωκράτη, αλλά αντίθετα εσύ με εξαπατάς.

Η αιτιατική ως επιρρηματικός προσδιορισμός
Η αιτιατική ως επιρρηματικός προσδιορισμός μπορεί να δηλώνει:
(α) τόπο. Ειδικότερα, η αιτιατική δηλώνει τοπική έκταση και χρησιμοποιείται κυρίως για να μετρηθεί η απόσταση μεταξύ δύο σημείων ή η απόσταση που έχει διανυθεί σε μια πορεία.
ΞΕΝ Ελλ 3.2.11 ἣ ἀπέχει ἀπὸ Σάρδεων τριῶν ἡμερῶν ὁδόν || η οποία (Έφεσος) απέχει από τις Σάρδεις τρεις μέρες δρόμο.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.4.9 Κῦρος ἐξελαύνει σταθμοὺς τέτταρας παρασάγγας εἴκοσιν ἐπὶ τὸν Χάλον ποταμόν || ο Κύρος προχωρεί τέσσερις σταθμούς και είκοσι παρασάγγες και φτάνει στον ποταμό Χάλο.
 (β) χρόνο. Η αιτιατική του χρόνου δηλώνει χρονική έκταση και ειδικότερα: (i) το χρονικό διάστημα που διαρκεί ένα γεγονός, (ii) το χρονικό διάστημα που έχει περάσει από τότε που συνέβη ή συμβαίνει κάτι. Στο τακτικό αριθμητικό που δηλώνει τον χρόνο συχνά προστίθεται τύπος της αντωνυμίας οὑτοσί.
ΘΟΥΚ 1.31.1 τὸν δ' ἐνιαυτὸν πάντα τὸν μετὰ τὴν ναυμαχίαν καὶ τὸν ὕστερον οἱ Κορίνθιοι […] ἐναυπηγοῦντο […] νεῶν στόλον || ολόκληρο τον χρόνο μετά τη ναυμαχία και τον επόμενο οι Κορίνθιοι ναυπηγούσαν πλοία.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.2.6 ἐνταῦθα ἔμεινεν ἡμέρας ἑπτά || έμεινε εκεί επτά μέρες.
ΠΛ Πρωτ 309d τρίτην γε ἤδη ἡμέραν (ἐπιδεδήμηκεν) || είναι στην πόλη μας ήδη από προχθές.
Χρόνο δηλώνουν και κάποιες αιτιατικές ουσιαστικών ή επιθέτων που έχουν καταντήσει επιρρήματα: ἀρχήν, τὸ πρῶτον, τὸ πρότερον, τὸ ἀρχαῖον, τὸ πάλαι, τὸ λοιπόν, ἀκμήν, καιρόν, κλπ.
ΣΟΦ Αντ 92 ἀρχὴν δὲ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα || καθόλου δεν πρέπει να κυνηγά κανείς τα αδύνατα.
ΞΕΝ Ελλ 5.1.31 ταύτας δὲ (τὰς νήσους) ὥσπερ τὸ ἀρχαῖον εἶναι Ἀθηναίων || αυτά τα νησιά, όπως και παλιότερα, να ανήκουν στους Αθηναίους.
(γ) αιτία ή σκοπό. Ως αιτιατικές ης αιτίας ή του σκοπού λειτουργούν μόνο κάποιες αιτιατικές αντωνυμιών, όπως: τοῦτο, ταῦτα, τί; ὅ,τι, κλπ.
ΠΛ Κρ 43a τί τηνικάδε ἀφῖξαι, ὦ Κρίτων; || γιατί ήρθες τόσο νωρίς, Κρίτωνα;
ΞΕΝ ΚΑναβ 3.2.20 τοῦτο ἄχθεσθε || γι' αυτόν τον λόγο στεναχωριέστε.
ΠΛ Πρωτ 310e ἀλλ᾽ αὐτὰ ταῦτα καὶ νῦν ἥκω παρὰ σέ, ἵνα ὑπὲρ ἐμοῦ διαλεχθῇς αὐτῷ || αλλά και τώρα γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο ήρθα στο σπίτι σου, για να του μιλήσεις εκ μέρους μου.
(δ) τρόπο. Αιτιατικές του τρόπου είναι συνήθως οι: τίνα τρόπον, τόνδε/τοῦτον τὸν τρόπον, πάντα τρόπον, δίκην, πρόφασιν, χάριν, τὴν ταχίστην, τὴν εὐθεῖαν, δωρεάν, προῖκα, κλπ.
ΙΣΟΚΡ 12.175 σκοποῦμαι τίνα τρόπον διαλεχθῶ περὶ αὐτῶν || σκέφτομαι με τι τρόπο να μιλήσω γι' αυτά.
ΠΛ Αξ 366c προῖκα γὰρ ἁνὴρ οὗτος οὐδένα διδάσκει || γιατί αυτός ο άνδρας δεν διδάσκει κανέναν δωρεάν.
 (ε) αναφορά. Πολύ συχνά ως αιτιατικές της αναφοράς λειτουργούν αιτιατικές των μελών του σώματος δίπλα σε ρήματα που σημαίνουν σωματικό πόνο ή βλάβη.
ΠΛ Πολ 453b διαφέρει γυνὴ ἀνδρὸς τὴν φύσιν || διαφέρει η γυναίκα από τον άντρα ως προς την φύση.
ΑΝΔΟΚ 1.61 ὕστερον δ᾽ ἐγὼ μὲν ἐν Κυνοσάργει ἐπὶ πωλίον ὅ μοι ἦν ἀναβὰς ἔπεσον καὶ τὴν κλεῖν συνετρίβην καὶ τὴν κεφαλὴν κατεάγην || ύστερα εγώ στο Κυνόσαργες, αφού ανέβηκα σε ένα πουλαράκι που είχα, έπεσα και τσάκισα τον ώμο μου και έσπασα το κεφάλι μου.
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.6.1 οἱ μὲν δὴ στρατηγοὶ […] ἀποτμηθέντες τὰς κεφαλὰς ἐτελεύτησαν || οι στρατηγοί εκτελέστηκαν με αποκεφαλισμό.
(στ) ποσό. Η επιρρηματική αιτιατική του ποσού είναι μια αιτιατική επιθέτου ή αντωνυμίας και η λειτουργία της πλησιάζει αρκετά το σύστοιχο αντικείμενο.
ΔΗΜ 27.65 οὗτοι δὲ τοσοῦτον διαφέρουσιν ὑμῶν || αυτοί διαφέρουν τόσο πολύ από σας.
ΙΣΟΚΡ 10.49οἱ δὲ βάρβαροι τοσοῦτον ἐφρόνησαν, ὅσον περ ἂν εἰ πάντων ἡμῶν ἐκράτησαν || οι βάρβαροι αλαζονεύτηκαν τόσο πολύ, σαν να μας νίκησαν όλους.
ΙΣΟΚΡ 9.81ἂν γὰρ ἐμμένῃς τῇ φιλοσοφίᾳ καὶ τοσοῦτον ἐπιδιδῷς ὅσον περ νῦν || γιατί αν μείνεις προσκολλημένος στη φιλοσοφία και προοδεύεις τόσο, όσο τώρα.
ΙΣΟΚΡ 7.15ἧς (πολιτείας) ἡμεῖς διεφθαρμένης οὐδὲν φροντίζομεν || γι' αυτό (το πολίτευμα) εμείς καθόλου δεν φροντίζουμε, παρόλο που καταστρέφεται.

πηγή: Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα