18 Δεκεμβρίου 2012

Η Φόνισσα, Α΄ Λυκείου Λογοτεχνία, τα φύλα


Η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη

Νατουραλισμός – ρεαλισμός - ηθογραφία
Τα στοιχεία νατουραλισμού που εντοπίζουμε στο διήγημα είναι τα εξής:
α) Ο συγγραφέας καθώς παρουσιάζει την ηθική συμπεριφορά της ηρωίδας του καθιστά σαφές ότι όλα όσα κάνει είναι αποτέλεσμα αρχικά εξωτερικών δυνάμεων, όπως της κοινωνικής καταπίεσης που υφίσταται λόγω του φύλου της, της οικογένειάς της, των ανθρώπων που την περιέβαλλαν – μέχρι και ο σύζυγος ο άβουλος στον οποίο πρέπει να φέρεται και ως μητέρα και από τον οποίο δεν έχει στήριξη, αλλά και ο χαρακτήρας και η τύχη των παιδιών της – και  της κοινωνίας μέσα στην οποία διαβιοί, αλλά παράλληλα και της οικονομικής ανέχειας, αφού οι ίδιοι της οι γονείς την ξεχώρισαν από τα άλλα τους τα παιδιά και δεν της έδωσαν την προίκα που της αναλογούσε, με αποτέλεσμα να κάνουν τη ζωή της δύσκολη από τα νιάτα της ως τα γεράματά της) που περιορίζουν την ελευθερία της και επηρεάζουν καταλυτικά τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς της. Είναι όμως και αποτέλεσμα εσωτερικών παρορμήσεων (σκληρότητας, μοχθηρότητας, μίσους για το γυναικείο φύλο και τους ρόλους με τους οποίους το επιφορτίζει η συγκεκριμένη κοινωνία, ψυχική κούραση που με αυτό τον τρόπο εκδηλώνεται) που της αφαιρούν την λογική και την ηθική της και την οδηγούν στην ακραία συμπεριφορά της, η οποία σαφώς δεν μπορεί να αιτιολογηθεί μόνο από τις εξωτερικές συνθήκες, αφού πολλές γυναίκες της εποχής έζησαν σε παρόμοιες συνθήκες αλλά δεν έφτασαν βέβαια στη διάπραξη κατά συρροή δολοφονιών.
β) Το θέμα του διηγήματος που είναι ιδιαίτερα προκλητικό, ιδιαίτερα για τα δεδομένα της εποχής του Παπαδιαμάντη,  καθώς μια γυναίκα που  εμφανίζεται ως κατά συρροή δολοφόνος μικρών κοριτσιών, συμπεριλαμβανομένης και της ίδιας της της εγγονής αποτελεί ένα ολότελα ξεχωριστό  και πρωτότυπο θέμα για τη νεοελληνική λογοτεχνία.
γ) Η παρουσίαση από τον αφηγητή με λεπτομέρειες των εγκλημάτων της φόνισσας, καθώς και η αναλυτική αποτύπωση των συνθηκών που την οδήγησαν στις αποτρόπαιες πράξεις της.  Η πιο άσχημη πλευρά της ζωής αποτυπώνεται λοιπόν με την περιγραφή των φόνων, αλλά και με τις κοινωνικές αδικίες που υπέστη σε όλη της τη ζωή.
δ) Η ηρωίδα του διηγήματος είναι καταπιεσμένη από μια κοινωνία που αναγνωρίζει στις γυναίκες μια πολύ υποβαθμισμένη θέση, και η οποία, κρινόμενη από τις πράξεις της, μοιάζει ψυχικά ασθενής.  Παρουσιάζεται όμως ως θύμα αυτής της κοινωνίας αλλά και της οικογένειάς της (γονέων και παιδιών και εγγονιών). Δεν παρουσιάζεται όμως αθώα, αφού τα θύματά της τα δολοφονεί με μεθοδικότητα και μετά από σκέψη. Μια σκέψη όμως διαταραγμένη, αφού είναι σαφές ότι ο νους της είναι θολωμένος.
ε) Ο αφηγητής παρουσιάζει τις πιο αρνητικές και άσχημες καταστάσεις της ζωής, παρουσιάζοντας την πραγματικότητα γυμνή, χωρίς καμία προσπάθεια για ωραιοποίηση ή συγκάλυψη των αποκρουστικών πλευρών της, χωρίς πρόσθετα σχόλια ή συναισθηματισμούς.

Τα στοιχεία ρεαλισμού που βρίσκουμε στη Φόνισσα είναι:
α) η προσπάθεια του συγγραφέα να αποτυπώσει με αληθοφανή τρόπο τα γεγονότα που έχει επιλέξει, καθιστώντας την ιστορία του όσο το δυνατό πιο πιστευτή,
β) η καταγραφή των γεγονότων χωρίς τη δική του συναισθηματική εμπλοκή. Παρατηρούμε, δηλαδή, πως ο Παπαδιαμάντης παρουσιάζει τη δράση της Φόνισσας χωρίς να κρίνει ή να επικρίνει τις πράξεις. Μας παρουσιάζει τα γεγονότα όπως συνέβησαν, με αντικειμενικότητα, επιτρέποντας στα ίδια τα γεγονότα να επηρεάσουν τον αναγνώστη και να του δημιουργήσουν εντυπώσεις,
γ) στο κείμενο διαπιστώνουμε την κριτική στάση του συγγραφέα απέναντι στις κοινωνικές συνθήκες, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στα χρόνια του,
δ) η ηρωίδα της ιστορίας αποτελεί ένα χαρακτηριστικό τύπο της εποχής της, υπό την έννοια πως είναι μια γυναίκα βασανισμένη που έχει περάσει όλη της τη ζωή στη φτώχεια και έχει διαμορφωθεί ουσιαστικά μέσα στα πλαίσια της τότε κοινωνίας. 
Τα ηθογραφικά στοιχεία σχετίζονται με την καταγραφή του τρόπου ζωής των απλών ανθρώπων της υπαίθρου. Οι γυναίκες που ονομάζονται με βάση το όνομα του άντρα τους (αποκαλούν τη Χαδούλα, Φραγκογιαννού, γιατί τον άντρα της τον λένε Γιάννη Φράγκο), οι γυναίκες είναι υπεύθυνες για τη φροντίδα της οικογένειάς τους και λαμβάνουν προίκα όταν παντρεύονται. Τα σπίτια έχουν τζάκι για θέρμανση και για φωτισμό χρησιμοποιούν τα λυχνάρια. Οι άνθρωποι πιστεύουν στη μαγεία και στις κατάρες, είναι δεισιδαίμονες και βασίζονται στα βοτάνια για τη θεραπεία των ασθενειών, αλλά και για να ελέγξουν το φύλο του παιδιού (παλικαροβότανο) ή να αποτρέψουν τη γέννηση άλλων παιδιών (στερφοβότανο). Η συνήθεια των ανδρών να πίνουν περισσότερο στο τέλος της εβδομάδας, για να ξεκουραστούν από τα μεροκάματα της εβδομάδας. Γενικότερα κάθε πληροφορία που μας παρέχει ο συγγραφέας για τον τρόπο ζωής, τα έθιμα και τις αντιλήψεις της εποχής, αποτελούν τα ηθογραφικά στοιχεία του κειμένου.
Ένα ακόμη στοιχείο ηθογραφικό όμως είναι και το γεγονός ότι οι ήρωες είναι απλοί, λαϊκοί άνθρωποι της υπαίθρου, εδώ της νησιωτικής υπαίθρου. Τα βιώματά τους είναι βιώματα καθημερινά και κοινά. Εξάλλου οι ήρωες του Παπαδιαμάντη πάντα είναι άνθρωποι της εποχής του.

Αναδρομές και άλλες τεχνικές στο παπαδιαμαντικό έργο
Η αφήγηση αρχίζει in media res για να κερδίσει ο αφηγητής το ενδιαφέρον. Δεν μας αφηγείται την ιστορία από την αρχή, αλλά αλλάζει τη σειρά. Ξεκινά από «το μέσο της υπόθεσης» κεντρίζοντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη και στη συνέχεια βάζει την ηρωίδα του μέσα από τις αναμνήσεις της να παρουσιάσει τα όσα προηγήθηκαν για να καταστούν σαφείς οι λόγοι που την οδήγησαν στο «ψήλωμα του νου».
Εις τους λογισμούς της, συγκεφαλαιούσα όλην την ζωήν της, έβλεπεν ότι ποτέ δεν είχε κάμει άλλο τίποτε ειμή να υπηρετή τους άλλους. 'Οταν ήτο παιδίσκη, υπηρέτει τους γονείς της. Όταν υπανδρεύθη, έγινε σκλάβα του συζύγου της — και όμως, ως εκ του χαρακτήρος της και της αδυναμίας εκείνου, ήτο συγχρόνως και κηδεμών αυτού· όταν απέκτησε τέκνα, έγινε δούλα των τέκνων της· όταν τα τέκνα της απέκτησαν τέκνα, έγινε πάλιν δουλεύτρια των εγγόνων της. (1η αναδρομή – απώτερο παρελθόν. Φωτίζει πλευρές της ιστορίας που διαφορετικά θα έμεναν αθέατες, λειτουργεί ως επιβράδυνση, μας δίνει πληροφορίες για τη δύσκολη ζωή της Φραγκογιαννούς κάνοντας εύκολο για μας να καταλάβουμε τους λόγους που παρανοεί. Ακόμη ως στοιχείο νατουραλισμού μας καθιστά σαφές ότι δεν ευθύνεται αυτή για το «ψήλωμα του νου της» αφού τη ζωή που κάνει δεν την επέλεξε, αλλά της την επέβαλαν οι δικοί της, από γονείς ως εγγόνια)
Το νεογνόν είχε γεννηθή προ δύο εβδομάδων. Η μητέρα του είχε κάμει βαριά λεχωσιά. Ήτο αύτη η κοιμωμένη επί της κλίνης, η πρωτότοκος κόρη της Φραγκογιαννούς, η Δελχαρώ η Τραχήλαινα. Είχαν βιασθεί να το βαπτίσουν την δεκάτην ημέραν επειδή έπασχε δεινώς· είχε κακόν βήχα, κοκκίτην, συνοδευόμενον με σπασμωδικά σχεδόν συμπτώματα. Καθώς εβαπτίσθη, το νήπιον εφάνη να καλυτερεύη ολίγον, την πρώτην βραδιάν, και ο βήχας εκόπασεν επ' ολίγον. Επί πολλάς νύκτας, η Φραγκογιαννού δεν είχε δώσει ύπνον εις τους οφθαλμούς της, ουδέ εις τα βλέφαρά της νυσταγμόν, αγρυπνούσα πλησίον του μικρού πλάσματος, το οποίον ουδ' εφαντάζετο ποίους κόπους επροξένει εις τους άλλους, ουδέ πόσα βάσανα έμελλε να υποφέρη εάν επέζη, και αυτό. Και δεν ήτο ικανόν να αισθανθή καν την απορίαν, την οποίαν μόνη η μάμμη* διετύπωνε κρυφίως μέσα της: «Θεέ μου, γιατί να έλθη στον κόσμον κι αυτό;» (αναδρομική αφήγηση – πρόσφατο παρελθόν: ζωντανό το ενδιαφέρον, φως σε αθέατες πλευρές της ιστορίας, οι λόγοι για τους οποίους η Χαδούλα θα οδηγηθεί στην πρώτη δολοφονία, αυτή του ίδιου της του εγγονιού)
Όλη η περίληψη αποτελεί αναδρομή, καθώς έτσι μαθαίνουμε λεπτομέρειες για την οικογένειά της ως ελεύθερης κοπέλας, για την οικογένειά της ως παντρεμένης και μητέρας, και τέλος, για τη ζωή της δίπλα στην κόρη που βοηθά
Ο πατέρας της ήταν «εργατικός και φρόνιμος. Η μάνα της ήτο κακή, βλάσφημος και φθονερά. Ήτο μία από τας στρίγλας της εποχής της. Ήξευρε μάγια». Οι γονείς της την πάντρεψαν με το Γιάννη το Φράγκο (από δω και η προσωνυμία της), άνθρωπο ανίκανο και άβουλο, και της έδωσαν ασήμαντη προίκα, ενώ κράτησαν για τον εαυτό τους και το γιο τους δύο νεόχτιστα σπίτια και τα καλύτερα κτήματα, καθώς και τα μετρητά τους, από τα οποία όμως η Χαδούλα κατόρθωσε να κλέψει μερικά. Μ' αυτά και με τις οικονομίες της* έχτισε ένα φτωχόσπιτο. Από το γάμο της απόχτησε εφτά παιδιά, τέσσερα αγόρια και τρία κορίτσια. Τα τρία αγόρια χάθηκαν στην ξενιτιά, ενώ το τέταρτο, ο Μήτρος ή Μώρος, μέθυσος και μαχαιροβγάλτης, βρίσκεται φυλακισμένος στη Χαλκίδα, κατηγορούμενος για φόνο. Από τις τρεις θυγατέρες της η Αμέρσα έχει μείνει γεροντοκόρη, ενώ η Δελχαρώ, που τώρα είναι λεχώνα, παντρεύτηκε τον Κωνσταντή ή Νταντή, φτωχό μαραγκό, και έχει αποχτήσει άλλα δυο κορίτσια κι ένα αγόρι.
Είχεν έλθει ασθενικόν εις τον κόσμον, και προσέτι, φαίνεται ότι είχε κρυώσει την τρίτην ημέραν, εις τα «κολυμπίδια», όταν το είχαν λούσει εντός της σκάφης, και κακός βήχας το είχε κολλήσει. Η Φραγκογιαννού απλήστως από ημερών παρεμόνευε να ίδη συμπτώματα σπασμών εις το μικρόν ασθενές πλάσμα —επειδή τότε ήξευρεν ότι αυτό δεν θα εσώζετο— πλην ευτυχώς τοιούτον πράγμα δεν έβλεπε. «Είναι για να βασανίζεται και να μας βασανίζη», είχεν υποψιθυρίσει, χωρίς κανείς να την ακούση, μέσα της. (Σύντομη αναδρομή για να παρουσιάσει την υγεία του μικρού βρέφους και να δείξει τα συναισθήματα της γιαγιάς Χαδούλας απέναντι στο μικρό)
Η Φραγκογιαννού αναπολεί τις δυσκολίες που πέρασε για να μεγαλώσει τα παιδιά της και να προικίσει τις κόρες της και συλλογίζεται τα βάσανα που αντιμετωπίζουν όλοι οι φτωχοί γονείς που έχουν θυγατέρες (πάλι μια σύντομη αναδρομή, για να καταδειχθεί ότι όλη της η ζωή ήταν βασανισμένη, αλλά και ότι τα κορίτσια για τους φτωχούς γονείς είναι «κατάρα». Σταδιακά μέσα από όλα όσα προηγήθηκαν, θα φτάσει στα όρια της παράνοιας, θα «ψηλώσει ο νους της και θα διαπράξει την πρώτη της δολοφονία, αυτή της εγγονής της).
Ρυθμός της αφήγησης
Η διαχείριση του χρόνου δεν είναι ίδια παντού. Πέρα από τις αναδρομές, έχουμε την αφήγηση στην αρχή να μην αντανακλά την πραγματική διάρκεια των γεγονότων, αφού αναφέρεται στα ξενύχτια της Φραγκογιαννούς. Διακόπτει την γραμμική αφήγηση για να παρεμβληθούν οι αναδρομές και να φωτιστούν έτσι πτυχές αθέατες της ιστορίας, αλλά και για να κεντρίσει και να κερδίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Αυτή η επιβράδυνση μαζί με τους εσωτερικούς μονολόγους «παγώνει» τον αφηγηματικό χρόνο, αλλά είναι οργανικό κομμάτι της αφήγησης. Ο χρόνος της αφήγησης, κυρίως κατά την τέλεση των φονικών και κατά τη διάρκεια της καταδίωξης της φόνισσας, σχεδόν ταυτίζεται με τα διαδραματιζόμενα γεγονότα, καθώς ο αφηγητής εντάσσει διαλογικά μέρη που δημιουργούν ανά διαστήματα σκηνές, με το χρόνο της ιστορίας και το χρόνο της αφήγησης να εξισώνονται.
Αφηγητής  
1. εξωδιηγητικός – ετεροδιηγητικός αφηγητής. Ο ίδιος δε συμμετέχει στην ιστορία, είναι δηλαδή μη δραματοποιημένος.
2. Αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο (τριτοπρόσωπη αφήγηση).
3. Η εστίαση  είναι μηδενική και ο αφηγητής ως εκ τούτου παντογνώστης. Έτσι έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει κάθε τι που αφορά την ιστορία που αφηγείται, συμπεριλαμβανομένων και των πιο προσωπικών σκέψεων και συναισθημάτων των προσώπων της ιστορίας.
4. Η αφήγηση γίνεται με μίμηση. Δηλαδή  στο κείμενο συνυπάρχουν η αφήγηση, η περιγραφή αλλά και οι διάλογοι, που δίνουν μεγαλύτερη ζωντάνια στο κείμενο και παράλληλα απομακρύνουν για λίγο την αφηγηματική φωνή από το προσκήνιο. Υπάρχει όμως και ο εσωτερικός μονόλογος, όταν «ακούμε» τη φωνή της Φραγκογιαννούς καθώς ξεδιπλώνονται οι πιο μύχιες σκέψεις της, η φωνή της παράνοιας μέσα στη δική της λογική και η σκοτεινές σκέψεις της που την οδηγούν στα εγκλήματα.

Η θέση της γυναίκας στο έργο
Στη «Φόνισσα» η γυναίκα είναι σε κάθε ηλικία το πιο υποτιμημένο πλάσμα: απόλυτα εξαρτημένη από τους γονείς ως παιδί και από το σύζυγο ως γυναίκα. Όταν αποκτά οικογένεια πρέπει να φροντίζει να υπηρετεί κάθε μέλος της.
Ως κόρη αποτελεί βάρος για τους γονείς, παρόλο που εργάζεται μαζί τους, συνεισφέρει με όποιον τρόπο μπορεί ή της επιβάλλεται, γιατί οι γονείς για να την παντρέψουν πρέπει να της δώσουν προίκα. Και μάλιστα όσο μεγαλύτερη η προίκα τόσο μεγαλύτερες οι πιθανότητες να είναι καλός ο έγγαμος βίος της.
Ως σύζυγος αναλαμβάνει τα του σπιτιού, αλλά και τη φροντίδα του συζύγου και των παιδιών που θα αποκτηθούν. Βοηθά και στις υπόλοιπες δουλειές και συμπαραστέκεται στο σύζυγό της με όποιον τρόπο μπορεί. Η υποταγή στο σύζυγο είναι δεδομένη, όπως φαίνεται και από τον ίδιο τον τρόπο που την αποκαλούν μετά το γάμο της: η ηρωίδα είναι η γυναίκα του Γιάννη του Φράγκου, η Φραγκογιαννού.
Ως μητέρα αναθρέφει τα παιδιά της, φροντίζει να τα μεγαλώσει σωστά. Η φροντίδα της όμως δε σταματά εκεί, αφού τα βοηθά και μετά τη δημιουργία της δικής τους οικογένειας. Στη διήγημα η Δελχαρώ δέχεται τη βοήθεια της Φραγκογιαννούς μετά τη γέννα του τέταρτου παιδιού της – και δεν ήταν η πρώτη φορά που η μητέρα της τη βοηθούσε. Η ίδια η Χαδούλα ενθυμείται ότι και στους γονείς της υπηρέτρια ήταν  και στο σύζυγό της, αλλά και στα παιδιά της. Και η τελευταία της υπηρεσία είναι αυτή απέναντι στα εγγόνια της.

Γλώσσα
Σε ένα έργο ηθογραφικό περιμένει κανείς να χρησιμοποιείται η γλώσσα του λαού, η δημοτική, η γλώσσα που μιλούν οι ήρωές του. Ο Παπαδιαμάντης διαφοροποιείται και γράφει στην καθαρεύουσα τα αφηγηματικά μέρη, ενώ στα διαλογικά μέρη χρησιμοποιεί τη δημοτική με το τοπικό ιδίωμα της Σκιάθου. Μάλιστα,  αναφέρει και τοπωνύμια της Σκιάθου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου