19 Ιανουαρίου 2013

περσικοί πόλεμοι

11 Ιανουαρίου 2013

ονοματικές δευτερεύουσες προτάσεις


ΕΝΔΟΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

  1. Ενδοιαστικές προτάσεις ονομάζονται οι προτάσεις οι οποίες εκφράζουν φόβο για κάτι που πρόκειται να συμβεί, ενώ είναι ανεπιθύμητο, ή για κάτι που δεν πρόκειται να συμβεί, ενώ είναι επιθυμητό.
  2. εισάγονται με τους συνδέσμους μή, μὴ οὐ και σπανιότερα με τον ὅπως μή.
  3. Οι ενδοιαστικές προτάσεις εκφέρονται με μια μεγάλη ποικιλία εγκλίσεων, με εγκλίσεις των προτάσεων επιθυμίας, αλλά και των προτάσεων κρίσεως ανάλογα με το σημασιολογικό περιεχόμενο της πρότασης της εξάρτησης, τον βαθμό βεβαιότητας που εκφράζει ο ομιλητής για την εκπλήρωση ή όχι του φόβου και, τέλος, ανάλογα με το είδος της εξάρτησης (από αρκτικό ή ιστορικό χρόνο). Κατά συνέπεια οι εγκλίσεις εκφοράς είναι οι ακόλουθες: • Οριστική· όταν ο φόβος είναι πραγματικός στο παρελθόν, στο παρόν ή το μέλλον:
ΘΟΥΚ 3.53.2 νῦν δὲ φοβούμεθα μὴ ἀμφοτέρων ἅμα ἡμαρτήκαμεν τώρα φοβόμαστε ότι έχουμε κάνει λάθος και στα δυο ζητήματα.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 2.3.6 δέδοικα, ἔφη, μὴ ἄλλου τινὸς μᾶλλον ἢ τοῦ ἀγαθοῦ μεθέξω πλέον μέρος ἢ ἐγὼ βούλομαι || φοβάμαι, είπε, μήπως σε κάτι άλλο και όχι στο αγαθό θα συμμετέχω περισσότερο από όσο επιθυμώ.
 Δυνητική ευκτική· όταν το περιεχόμενο της ενδοιαστικής πρότασης εμφανίζεται όχι ως βέβαιο, αλλά ως ενδεχόμενο ή πιθανό να συμβεί κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις (σπάνια σύνταξη):
ΞΕΝ Πορ 4.41 φοβοῦνται μὴ ματαία ἂν γένοιτο αὕτη ἡ κατασκευή, εἰ πόλεμος ἐγερθείη || φοβούνται μήπως θα αποδεικνυόταν μάταιη αυτό το σχέδιο, αν ξεσπούσε πόλεμος.
 Υποτακτική στην πλειονότητά τους οι ενδοιαστικές προτάσεις εκφέρονται με υποτακτική. Ο φόβος που εκφράζεται τότε είναι προσδοκώμενος:
ΘΟΥΚ 4.108.1 καὶ τοὺς ξυμμάχους ἐφοβοῦντο μὴ ἀποστῶσιν || φοβούνταν μήπως αποστατήσουν και οι σύμμαχοι.
ΞΕΝ ΚΑναβ 7.3.47 δέδοικα μὴ συστάντες ἁθρόοι που κακόν τι ἐργάσωνται οἱ πολέμιοι || φοβάμαι μήπως οι εχθροί συγκεντρωθούν κάπου και προκαλέσουν καμιά ζημιά.
 Ευκτική του πλαγίου λόγου· όταν η εξάρτηση είναι από ιστορικό χρόνο, οπότε ο φόβος τοποθετείται στο παρελθόν:
ΙΣΟΚΡ 5.101 ἐφοβοῦντο μή ποτε βασιλεὺς αὐτὸς ποιησάμενος στρατείαν κρατήσειεν || φοβούνταν μήπως ο βασιλιάς κάποια μέρα εκστρατεύσει αυτοπροσώπως και ξεπεράσει τις δυσκολίες.
ΔΗΜ 19.123 ἐφοβοῦντο δὴ μὴ σύγκλητος ἐκκλησία γένοιτ᾽ ἐξαίφνης || φοβούνταν μήπως συγκληθεί μια έκτακτη συνεδρίαση της εκκλησίας του δήμου.
4.                  Λειτουργία των ενδοιαστικών προτάσεων στον λόγο:
• Οι ενδοιαστικές προτάσεις, επειδή είναι ονοματικές προτάσεις, λειτουργούν στον λόγο ως αντικείμενα ρημάτων ή εκφράσεων που δηλώνουν φόβο, δισταγμό, υποψία, έκπληξη, δυσαρέσκεια, αγανάκτηση κ.ά.: φοβοῦμαι, δέδοικα, δέδια, φυλάττομαι, εὐλαβοῦμαι, ταρβῶ, φροντίζω, αἰσχύνομαι, ἐκπλήττομαι, ἀθυμῶ, τρόμος ἔχει, κίνδυνος ἔχει κ.ά.:
ΘΟΥΚ 4.55.3 ἐδέδισαν μή ποτε αὖθις ξυμφορά τις αὐτοῖς περιτύχῃ || φοβήθηκαν μήπως κάποτε πάλι κάποια συμφορά πέσει πάνω τους.
• Επίσης λειτουργούν ως υποκείμενα απρόσωπων εκφράσεων σημασίας ανάλογης των ρημάτων που δηλώνουν φόβο, δισταγμό, υποψία, έκπληξη, δυσαρέσκεια, αγανάκτηση κ.ά.: φόβος ἐστί, φοβερόν ἐστι, δέος ἐστί, δεινόν ἐστι, κίνδυνός ἐστι, προσδοκία ἐστί, ἐλπίς ἐστι κ.ά.:
ΞΕΝ Ιερ 1.12 φοβερὸν γὰρ <ἐστὶ> μὴ ἅμα τε στερηθῶσι τῆς ἀρχῆς καὶ ἀδύνατοι γένωνται τιμωρήσασθαι τοὺς ἀδικήσαντας || τους διακατέχει ο φόβος μήπως χάσουν την εξουσία και συνάμα περιέλθουν σε τόση αδυναμία ώστε να μην μπορούν να εκδικηθούν αυτούς που αδίκησαν.
ΙΣΟΚΡ 14.38 κίνδυνός ἐστιν μὴ μεταβάλωνται καὶ γένωνται μετὰ τῶν πολεμίων || υπάρχει κίνδυνος μήπως μεταστραφούν και συμμαχήσουν με τους εχθρούς.
• Τέλος, λειτουργούν ως επεξήγηση όρου προηγούμενης πρότασης, ο οποίος είναι συνήθως μια δεικτική αντωνυμίας ουδετέρου γένους (τοῦτο, τόδε, ὅ, ὅπερ, ἐκεῖνο):
ΔΗΜ 1.3 ἔστι μάλιστα τοῦτο δέος, μὴ πανοῦργος ὢν καὶ δεινὸς ἅνθρωπος πράγμασι χρῆσθαι, …, τρέψηται καὶ παρασπάσηταί τι τῶν ὅλων πραγμάτων || υπάρχει αυτός ο μεγάλος κίνδυνος, δηλαδή μήπως αυτός ο άνθρωπος όντας πανούργος και φοβερός στο να εκμεταλλεύεται τις περιστάσεις,…, αντιστρέψει μια πλευρά της συνολικής κατάστασης και την παρασύρει προς την κατεύθυνση που τον ευνοεί.

 ΠΛΑΓΙΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Πλάγιες ερωτήσεις είναι οι εξαρτημένες ερωτήσεις, οι οποίες, ενώ ήταν κάποτε ευθείες ερωτήσεις, διατυπώνονται τώρα από τον ομιλητή ή τον γράφοντα ως μέρος του πλάγιου λόγου. Επίσης, μπορεί οι προτάσεις αυτές να μην ήταν από την αρχή ευθείες ερωτήσεις, αλλά να εκφράζουν μια σκέψη ή άποψη του ομιλητή, η οποία απευθείας εξαρτάται από ρήμα που δηλώνει τη σκέψη, τη φροντίδα αυτού που ομιλεί. Κατά συνέπεια, οι πλάγιες ερωτήσεις εξαρτώνται από ρήματα που δηλώνουν σκέψη, ερώτηση, απορία, φροντίδα, έρευνα, γνώση, επιμέλεια και γενικά ρήματα που δηλώνουν διανοητική ενέργεια ή ψυχική διάθεση.
Οι πλάγιες ερωτήσεις, επειδή είναι ονοματικές προτάσεις, συμπληρώνουν την έννοια ρημάτων ή όρων της πρότασης. Έτσι, επέχουν θέση αντικειμένου του ρήματος, από το οποίο εξαρτώνται, υποκειμένου απρόσωπης έκφρασης ή επεξήγησης όρου της προηγούμενης πρότασης.
Πλάγιες ερωτήσεις ως αντικείμενο ρημάτων. Οι κατηγορίες ρημάτων από τις οποίες εξαρτώνται οι πλάγιες ερωτήσεις είναι οι εξής:
 απορίας: ἀπορῶ, θαυμάζω, ἐρωτῶ, πυνθάνομαι,
 γνώσης: γιγνώσκω, οἶδα, αἰσθάνομαι, ὁρῶ, ἀγνοῶ,
 σκέψης-προσοχής: σκοπῶ, σκοποῦμαι, σπουδάζω, βουλεύομαι, θεωρῶ, ἐξετάζω, θεωρῶ, ἐνθυμοῦμαι,
 φροντίδας-απόπειρας: φροντίζω, ἐπιμελοῦμαι, προνοῶ, φυλάττομαι, παρασκευάζομαι, πειρῶμαι,
 αφήγησης-δείξης: λέγω, δηλῶ, ἀποκρίνομαι, δείκνυμι.
ΣΟΦ Αντ 41 εἰ ξυμπονήσεις καὶ ξυνεργάσῃ σκόπει || αναλογίσου αν αναλάβεις αυτό το έργο μαζί μου και συνεργαστείς.
ΙΣΟΚΡ 11.43 ἀποροῦσι δ᾽ ὅπως ποιήσουσιν || βρίσκονται σε αμηχανία σχετικά με το πώς θα το κατορθώσουν.
ΙΣΟΚΡ 1.12 σοὶ σκοπεῖν, ὅπως ἐφάμιλλος γενήσει τοῖς τοῦ πατρὸς ἐπιτηδεύμασιν || πρέπει να εξετάσεις πώς θα γίνεις αντάξιος των επιτευγμάτων του πατέρα σου.
ΑΡΙΣΤΟΦ Ιππ 80 Ἀλλὰ σκόπει, ὅπως ἂν ἀποθάνοιμεν ἀνδρικώτατα || δες πώς θα πεθάνουμε σαν άντρες που είμαστε.
ΞΕΝ Απομν 2.2.6 ἐπιμελοῦνται πάντα ποιοῦντες ὅπως οἱ παῖδες αὐτοῖς γένωνται ὡς δυνατὸν βέλτιστοι || φροντίζουν με κάθε τρόπο πώς τα παιδιά τους να γίνουν όσο το δυνατόν καλύτερα.
Πλάγιες ερωτήσεις ως υποκείμενο απρόσωπης έκφρασης. Επίσης, οι πλάγιες ερωτήσεις επέχουν θέση υποκειμένου απρόσωπης έκφρασης, της οποίας η σημασία είναι παρόμοια με αυτήν των ρημάτων που δέχονται ως αντικείμενο αυτές τις προτάσεις:
ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1099b10-11 ἀπορεῖται πότερόν ἐστι μαθητὸν ἢ ἐθιστὸν ἢ καὶ ἄλλως πως ἀσκητόν|| τίθεται το ερώτημα αν η ευτυχία μπορεί να αποκτηθεί με τη μάθηση, τη συνήθεια ή με έναν άλλον τρόπο άσκησης.
ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1168a28-29 ἀπορεῖται δὲ καὶ πότερον δεῖ φιλεῖν ἑαυτὸν μάλιστα ἢ ἄλλον τινά || τίθεται και το ερώτημα αν πρέπει κανείς να αγαπά περισσότερο από όλους τον εαυτό του ή κάποιον άλλον.
ΞΕΝ Ελλ 2.1.2 ἀπόρως μὲν εἶχε τί χρῷτο τῷ πράγματι διὰ τὸ πλῆθος τῶν καλαμηφόρων || βρισκόταν σε αμηχανία πώς να χειριστεί το θέμα εξ αιτίας του μεγάλου αριθμού των καλαμοφόρων.
Πλάγιες ερωτήσεις ως επεξήγηση. Τέλος, οι πλάγιες ερωτήσεις μπορεί να λειτουργούν ως επεξήγηση κάποιου όρου της προηγούμενης πρότασης (συνήθως επεξηγούν κάποιον τύπο του ουδετέρου γένους δεικτικής αντωνυμίας):
ΘΟΥΚ 3.22.8 παρανῖσχον οἱ ἐκ τῆς πόλεως Πλαταιῆς ἀπὸ τοῦ τείχους φρυκτοὺς πολλοὺς πρότερον παρεσκευασμένους ἐς αὐτὸ τοῦτο, ὅπως ἀσαφῆ τὰ σημεῖα τῆς φρυκτωρίας τοῖς πολεμίοις ᾖ || οι Πλαταιείς μέσα στην πόλη σήκωναν από το τείχος πολλές αναμμένες δάδες που τις είχαν ήδη προετοιμάσει ακριβώς γι' αυτό, για να μπερδευτούν για τους εχθρούς τα σημάδια που στέλνονταν με την φωτιά.
ΞΕΝ Απομν 3.3.3 ἴθι δὴ λέξον ἡμῖν τοῦτο πρῶτον, ὅπως διανοῇ τοὺς ἵππους βελτίους ποιῆσαι|| εμπρός, λοιπόν, πες μας αυτό πρώτο, πώς δηλαδή σκέφτεσαι να κάνεις τα άλογα καλύτερα.
ΙΣΟΚΡ 6.94 ἐκεῖνο μάλιστα φυλακτέον, ὅπως μηδὲν ἀνάνδρως φανησόμεθα διαπραττόμενοι || πάνω απ' όλα πρέπει να προσέξουμε εκείνο, πώς δηλαδή να μην φανούμε ότι ενεργούμε.
Ανάλογα με τον βαθμό άγνοιας που διατυπώνονται στις πλάγιες ερωτήσεις μπορούμε να διακρίνουμε δύο κατηγορίες ερωτήσεων: 1. ολικής αγνοίας και 2. μερικής αγνοίας.
Οι πλάγιες ερωτήσεις ολικής αγνοίας διαιρούνται επιπλέον σε μονομελείς και διμελείςερωτήσεις. Οι πρώτες εισάγονται με τα ερωτηματικά μόρια εἰ (συνήθως), και με τα μόρια ἐάν, ἄν, ἤν,τα οποία έχουν τη σημασία του εἰ. Οι διμελείς εισάγονται με τα εἰ - ἤ, πότερον(-α) - ἤ, εἴτε - εἴτε και με αυτές δηλώνεται κάποια αμφιβολία μεταξύ των δύο πιθανοτήτων που δηλώνουν οι δυο προτάσεις. Συχνά στις διμελείς ερωτήσεις η πρώτη πρόταση έχει λεκτική πληρότητα, ενώ η δεύτερη διατυπώνεται βραχυλογικά.
Οι πλάγιες ερωτήσεις μερικής άγνοιας εισάγονται:
1. με ερωτηματικές αντωνυμίες και επιρρήματα, όπως ακριβώς και οι ευθείες ερωτήσεις διατηρώντας έτσι κάτι από τον αρχικό χαρακτήρα της ευθείας ερώτησης (τίς, πότερος, πόσος, ποῖος, πηλίκος, ποδαπός, πῶς, ποῦ, πόθεν, πότε, ποσάκις).
2. με αναφορικές αντωνυμίες και επιρρήματα (ὅστις, ἥτις, ὅ,τι) και αντωνυμίες και επιρρήματα που αρχίζουν με το ὁπ- (ὁποῖος, ὁπότερος, ὁπόσος, ὅπου, ὅποι, ὅπη, ὁπόθεν, ὅπως, κ.ά.).
Οι πλάγιες ερωτήσεις μπορεί να είναι προτάσεις κρίσεως ή επιθυμίας. Όταν είναι προτάσεις κρίσεως, εκφέρονται με τις αντίστοιχες εγκλίσεις των προτάσεων κρίσεως: απλή οριστική, δυνητική οριστική, δυνητική ευκτική. Η πρώτη χρησιμοποιείται μετά από αρκτικό χρόνο, ενώ οι άλλες δύο ανεξάρτητα από τον χρόνο εξάρτησης:
ΣΟΦ Αντ 58 νῦν δ᾽ αὖ μόνα δὴ νὼ λελειμμένα σκόπει ὅσῳ κάκιστ᾽ ὀλούμεθα τώρα έχουμε μείνει οι δυο μας μόνες, σκέψου πόσο άσχημα θα χαθούμε.
ΣΟΦ Αντ 37 καὶ δείξεις τάχα εἴτ᾽ εὐγενὴς πέφυκας εἴτ᾽ ἐσθλῶν κακή || γρήγορα θα δείξεις εάν είσαι ευγενής στην καταγωγή ή αν, μολονότι κατάγεσαι από ευγενείς γονείς, φανείς ανάξια της καταγωγής σου.
ΠΛ Κριτ 53.a σκόπει γὰρ τί ἀγαθὸν ἐργάσῃ σαυτὸν ἢ τοὺς ἐπιτηδείους τοὺς σαυτοῦ || εξέτασε, λοιπόν, ποιο αγαθό θα προσπορίσεις στον εαυτό σου ή τους συγγενείς και φίλους σου.
ΔΗΜ 18.64 ἡδέως ἂν ἐροίμην, τῆς ποίας μερίδος γενέσθαι τὴν πόλιν ἐβούλετ᾽ ἄν με ευχαρίστηση θα ρωτούσα σε ποιο κόμμα θα είχε θελήσει η πόλη μας να προσχωρήσει.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 7.2.20 πέμπω καὶ ἐπερωτῶ τὸν θεὸν τί ἂν ποιῶν τὸν λοιπὸν βίον εὐδαιμονέσταταδιατελέσαιμι στέλνω και ρωτώ τον θεό τι θα μπορούσα να κάνω για να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου όσο γίνεται πιο ευτυχισμένα.
Όταν οι πλάγιες ερωτήσεις είναι προτάσεις επιθυμίας, τότε εκφέρονται με τις εγκλίσεις των προτάσεων επιθυμίας: απορηματική υποτακτική και υποτακτική με αοριστολογικό ἄν:
ΠΛ Χαρμ 158d οὐκ ἔχω ὅτι σοι ἀποκρίνωμαι || δεν ξέρω τι να σου απαντήσω.
ΓΟΡΓ απ 4.4 βούλει οὖν σοι κατὰ Γοργίαν ἀποκρίνωμαι || θέλεις λοιπόν να σου απαντήσω κατά τον τρόπο του Γοργία.
ΔΗΜ 35.29 ἐκελεύομεν τούτους ἐπιμελεῖσθαι ὅπως ἂν ὡς τάχιστα ἀπολάβωμεν τὰ χρήματα || τους ζητήσαμε να κοιτάξουν πώς να πάρουμε τα χρήματα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.
Μετά από ιστορικό χρόνο, όμως, η απλή οριστική και η υποτακτική μετατρέπονται σε ευκτική του πλαγίου λόγου, οπότε το περιεχόμενο της πρότασης αφενός τοποθετείται στο παρελθόν και αφετέρου αποδίδεται από τον αφηγητή σε ένα άλλο πρόσωπο:
ΠΛ Πρωτ 321καὶ ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο || και δεν ήξερε τι να κάνει.
ΞΕΝ Ελλ 4.2.10 ἐβουλεύοντο πῶς ἂν τὴν μάχην συμφορώτατα σφίσιν αὐτοῖς ποιήσαιντο || έκαναν συμβούλιο για το πώς θα διεξήγαγαν τη μάχη με τον πιο πρόσφορο γι' αυτούς τρόπο.
ΞΕΝ Ελλ 7.1.27 ἐκεῖ δὲ ἐλθόντες τῷ μὲν θεῷ οὐδὲν ἀνεκοινώσαντο ὅπως ἂν ἡ εἰρήνη γένοιτο, αὐτοὶ δὲ ἐβουλεύοντο || φτάνοντας εκεί δεν συμβουλεύτηκαν σε τίποτα τον θεό για το πώς θα γινόταν η ειρήνη, αλλά αναζητούσαν μόνοι τους τρόπο.
§10.24. Πολλές φορές μετά από ιστορικό χρόνο διατηρείται η οριστική και η υποτακτική αντί να μετατρέπεται σε ευκτική του πλαγίου λόγου:
ΘΟΥΚ 2.4.6 ἐβουλεύοντο εἴτε κατακαύσωσιν ὥσπερ ἔχουσιν, ἐμπρήσαντες τὸ οἴκημα, εἴτε τι ἄλλο χρήσωνται || συζητούσαν ή να τους κάψουνε, όπως είναι, βάζοντας φωτιά στο οίκημα ή τι άλλο να κάνουν.
ΘΟΥΚ 6.45.1 τά τε ἐν τῇ πόλει ὅπλων ἐξετάσει καὶ ἵππων ἐσκόπουν εἰ ἐντελῆ ἐστί || εξέταζαν τα άλογα και τα όπλα που υπήρχαν στην πόλη, να δουν εάν κάτι έλειπε.
ΠΛ Απολ 21b πολὺν μὲν χρόνον ἠπόρουν τί ποτε λέγει <ὁ θεός> || για πολύ χρόνο αναρωτιόμουν τι τέλος πάντων θέλει να πει ο θεός.
Μερικές φορές πλάγιες ερωτήσεις που συνδέονται μεταξύ τους παρατακτικά και εξαρτώνται από ιστορικό χρόνο είναι δυνατόν να εμφανίζουν ποικιλία εγκλίσεων ή εναλλαγή της εισαγωγικής αντωνυμίας ή επιρρήματος. Ενίοτε, συνδέονται ειδικές προτάσεις με πλάγιες ερωτήσεις, καθώς οι δυο τύποι αυτοί των ερωτήσεων συγγενεύουν νοηματικά ή με άλλα ονοματικά σύνολα:
ΞΕΝ Ελλ 4.8.16 ταῦτα δὲ ποιήσας ἀνέβαινε πρὸς βασιλέα, φράσων ἅ τε λέγοιεν οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ ὅτι Κόνωνα συνειληφὼς εἴη ὡς ἀδικοῦντα || αφού τα έκανε αυτά πήγαινε στον Βασιλιά, για να ανακοινώσει όσα έλεγαν οι Λακεδαιμόνιοι και ότι ο Κόνωνας πιάστηκε να αδικεί.
ΗΡΟΔ 7.208 ἔπεμπε Ξέρξης κατάσκοπον ἱππέα ἰδέσθαι ὁκόσοι εἰσὶ καὶ ὅ τι ποιοῖεν || έστελνε ο Ξέρξης έναν ιππέα ως κατάσκοπο να δει πόσοι είναι και τι κάνουν.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 4.4.4 ἐκ δὲ τούτου ἐπυνθάνετο ἤδη αὐτῶν καὶ ὁπόσην ὁδὸν διήλασαν καὶ εἰ οἰκοῖτο ἡ χώρα || κατόπιν ζητούσε επιπλέον να μάθει από αυτούς πόσο δρόμο διήνυσαν και εάν ή χώρα κατοικούνταν.
Εναλλαγή προτάσεων ή ονοματικών όρων. Κατά την κατά παράταξη σύνδεση των πλάγιων ερωτηματικών προτάσεων μπορεί να ακολουθεί ειδική πρόταση ή άλλο ονοματικό αντικείμενο. Η διαφοροποίηση αυτή εξηγείται επειδή οι πλάγιες ερωτήσεις και οι ειδικές προτάσεις λειτουργούν ως ονοματικά σύνολα και, κατά συνέπεια, συγγενεύουν μεταξύ τους, αλλά και με συναφή ονοματικά αντικείμενα:
ΠΛ Πρωτ 326οἵ τ᾽ αὖ κιθαρισταί, …, σωφροσύνης τε ἐπιμελοῦνται καὶ ὅπως ἂν οἱ νέοι μηδὲν κακουργῶσιν || οι δάσκαλοι της μουσικής, …, φροντίζουν για τον αυτοέλεγχο και πώς οι νέοι δεν θα διαπράττουν καμιά αδικία.
ΞΕΝ ΚΑναβ 5.7.6 ὑμεῖς δέ ἴστε δήπου ὅθεν ἥλιος ἀνίσχει καὶ ὅπου δύεται, καὶ ὅτι ἐὰν μέν τις εἰς τὴν Ἑλλάδα μέλλῃ ἰέναι, πρὸς ἑσπέραν δεῖ πορεύεσθαι || εσείς, λοιπόν, ξέρετε από πού ανατέλλει ο ήλιος και προς τα πού δύει, και ότι εάν κάποιος πρόκειται να πάει στην Ελλάδα, πρέπει να πορευτεί προς τη δύση.

μεταφραση Ξενοφώντος βιβλίο2, κεφ.2, 1-4


ΒΙΒΛΙΟ 2, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2, 1-4
[1] ἐπε δ κατεστήσατο (Λύσανδρος)               Αφού ο Λύσανδρος ρύθμισε την κατάσταση
τ ν τ Λαμψάκῳ,                                                 στη Λάμψακο,
πλει π τ Βυζάντιον κα Καλχηδόνα.  έπλεε εναντίον του Βυζαντίου και της Καλχηδόνας.
 ο δ ατν πεδέχοντο,                                         Και αυτοί υποδέχονταν αυτόν,
ποσπόνδους φέντες                        αφού άφησαν ελεύθερους μετά από επίσημη συμφωνία
τος τν θηναίων φρουρος.                               τους φρουρούς των Αθηναίων
ο δ προδόντες λκιβιάδ                       Αυτοί όμως που πρόδωσαν στον Αλκιβιάδη
τ Βυζάντιον                                                        το Βυζάντιο,
τότε μν φυγον ες τν Πόντον,                τότε (αρχικά) κατέφυγαν στον Εύξεινο Πόντο,
στερον δ ες θήνας                                  αργότερα στην Αθήνα
κα γένοντο θηναοι.                                     και έγιναν Αθηναίοι πολίτες. (τους δόθηκε
                                                                                   το δικαίωμα του Αθηναίου πολίτη)
[2] Λύσανδρος δ τούς τε φρουρος                Ο Λύσανδρος και τους φρουρούς
τν θηναίων κα ε δοι                                 των Αθηναίων και αν έβλεπε
τινά που λλον θηναον,                                 οπουδήποτε κάποιον άλλο Αθηναίο πολίτη,
πέπεμπεν ες τς θήνας,                            τον έστελνε στην Αθήνα,
διδος σφάλειαν πλέουσιν                      παρέχοντας ασφάλεια σε κείνους που έπλεαν
κεσε μόνον, λλοθι δ ο,                          για εκεί, και όχι για κάπου αλλού,
εδς τι σ ν πλείους συλλεγσιν      επειδή γνώριζε ότι όσο περισσότεροι μαζευτούν
 ες τ στυ κα τν Πειραι,                            στην πόλη (της Αθήνας) και τον Πειραιά
 θττον νδειαν σεσθαι                               τόσο πιο γρήγορα θα παρουσιαστεί έλλειψη
   τν πιτηδείων.                                                   τροφίμων.                     
καταλιπν δ Σθενέλαον Λάκωνα     Αφού λοιπόν  άφησε το Σθενέλαο το Σπαρτιάτη
ρμοστν Βυζαντίου κα Καλχηδόνος,      αρμοστή του Βυζαντίου και της Καλχηδόνας
ατς ποπλεύσας ες Λάμψακον              ο ίδιος αφού κατευθύνθηκε στη Λάμψακο με το στόλο
τς νας πεσκεύαζεν.                                            επισκεύαζε τα καράβια.
[3] ν δ τας θήναις                                         Στην Αθήνα
τς Παράλου φικομένης νυκτς                 η Πάραλος έφτασε τη νύχτα
λέγετο συμφορά,                                          και  μαθεύτηκε η συμφορά,
κα ομωγ κ το Πειραις                            και θρήνος από τον Πειραιά
δι τν μακρν τειχν                                       μέσω των Μακρών Τειχών
ες στυ δικεν,                                                    έφτασε στην πόλη της Αθήνας,
τερος τ τέρ παραγγέλλων:                    καθώς ο ένας έλεγε στον άλλο τις κακές ειδήσεις.
στ κείνης τς νυκτς                                     έτσι εκείνη τη νύχτα
οδες κοιμήθη,                                                   κανείς δεν κοιμήθηκε
ο μόνον τος πολωλότας πενθοντες,     επειδή πενθούσαν όχι μόνο αυτούς που χάθηκαν,
λλ πολ μλλον τι ατο αυτούς,          αλλά πολύ περισσότερο ακόμη τους εαυτούς τους,
πείσεσθαι νομίζοντες                                        επειδή νόμιζαν ότι θα πάθουν
οα ποίησαν Μηλίους τε                                ό,τι έκαναν στους  Μηλίους
Λακεδαιμονίων ποίκους ντας,                     που ήταν άποικοι των Σπαρτιατών,
κρατήσαντες πολιορκίᾳ,                                   όταν τους νίκησαν με πολιορκία,
κα στιαιέας κα Σκιωναίους                             και στους κατοίκους της Ιστιαίας και της Σκιώνης
κα Τορωναίους κα Αγινήτας                            και της Τορώνης και της Αίγινας
κα λλους πολλος τν λλήνων.             και σε άλλους πολλούς από τους Έλληνες.
[4] τ δ στεραίᾳ κκλησίαν ποίησαν,             Την επόμενη μέρα συγκάλεσαν συνέλευση του λαού,
 ν δοξε τούς τε λιμένας ποχσαι         στην οποία αποφάσισαν να φράξουν τα λιμάνια
πλν νς  κα τ τείχη ετρεπίζειν            εκτός από ένα και να επιδιορθώσουν τα τείχη
κα φυλακς φιστάναι                                       και να τοποθετήσουν φρουρές
κα τλλα πάντα παρασκευάζειν τν πόλιν    και σε όλα τ’ άλλα να προετοιμάσουν την πόλη
ς ες πολιορκίαν.                                                 με το σκεπτικό ότι πρόκειται να πολιορκηθεί.