08 Ιουλίου 2015

ΣΤΙΞΗ, ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ, ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ, ΕΓΚΛΙΣΕΙΣ

ΣΤΙΞΗ
Τελεία: σημειώνεται στο τέλος μιας περιόδου ή στις συντομογραφίες. Στο τέλος της περιόδου σηματοδοτεί την ολοκλήρωση ενός νοήματος απλού (προτάσεις κύριες) ή σύνθετου (προτάσεις με υποτακτική σύνδεση).
Άνω τελεία: δηλώνει παύση του λόγου, η οποία έχει μικρότερη διάρκεια από την τελεία και μεγαλύτερη από το κόμμα. Σημειώνεται στο τέλος μιας ημιπεριόδου, όταν στο προηγούμενο κομμάτι της περιόδου δεν έχει ολοκληρωθεί το νόημα ή επεξηγείται ή συμπληρώνεται, το οποίο δεν μπορεί να χωριστεί με κόμματα, γιατί δεν υπάρχει ούτε παράταξη ούτε υπόταξη των προτάσεων. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί όταν απαριθμούνται στοιχεία. Τέλος, χρησιμοποιείται όταν συνδέονται με αντιθετική σχέση δύο μέρη ενός νοήματος.
Θαυμαστικό: στο τέλος μιας επιφωνηματικής πρότασης, λέξης ή φράσης σημειώνεται, για να δηλώσει έκπληξη, θαυμασμό, φόβο, λύπη, επιδοκιμασία, χαρά, ειρωνεία, κτλ. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι, όταν χρησιμοποιείται, έχουμε επίκληση στο συναίσθημα.
Ερωτηματικό: τοποθετείται στο τέλος μιας ευθείας ερώτησης. Δεν φανερώνει πάντα απορία ή ερώτηση  μπορεί να δηλώνει και ειρωνεία ή να ολοκληρώνει μια ρητορική ερώτηση, κάτι δηλαδή αυτονόητο. Επίσης το ερωτηματικό μπορεί να τίθεται στο τέλος μιας πρότασης για να απαντήσει αμέσως μετά ο συγγραφέας. Ακόμη μπορεί στόχος της ερώτησης να είναι ο προβληματισμός του δέκτη. Και το ερωτηματικό, λοιπόν, μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην επίκληση στο συναίσθημα.
Εισαγωγικά: μέσα σε εισαγωγικά έχουμε α) τα λόγια κάποιου προσώπου που μεταφέρονται αυτούσια β) παροιμίες και ρητά γ) τίτλους βιβλίων, επιγραφές δ) λέξεις ή φράσεις που δεν χρησιμοποιούνται με την κυριολεκτική τους σημασία ή με το ακριβές νόημά τους, αλλά λειτουργούν ως 1) όροι ειδικού λεξιλογίου 2) ειρωνική αναφορά 3) δίνουν έμφαση σε σχέση με το υπόλοιπο λεκτικό πλαίσιο. Η περίπτωση δ) με τις υποπεριπτώσεις της 2) και 3) ουσιαστικά συνιστούν σχόλιο.
Παρένθεση: μέσα σε αυτή τοποθετούνται λέξεις ή φράσεις που επεξηγούν, αποσαφηνίζουν, συμπληρώνουν τα λεγόμενα κάποιου, σχολιάζουν το περιεχόμενο της περιόδου που προηγείται ή προετοιμάζουν γι’ αυτό που θα ακολουθήσει, αλλά θα μπορούσαν και να παραλειφθούν
Διπλή παύλα: όπως και η παρένθεση, περικλείει παρέμβλητα νοήματα, τα οποία όμως είναι απαραίτητα και σημαντικά για την ολοκλήρωση του νοήματος της περιόδου. Πολλές φορές, όμως, μέσα σε διπλές παύλες κλείνεται κι ένα σχόλιο του συντάκτη του κειμένου.
Παύλα: δηλώνει την αλλαγή προσώπου σε έναν διάλογο
Αποσιωπητικά: κλείνουν  ανολοκλήρωτες λόγω συγκίνησης, ντροπής, απόπειρας πρόκλησης προβληματισμού κτλ. φράσεις  ή φράσεις με ολοκληρωμένο νόημα που δίνουν έναν τόνο περιφρόνησης, ειρωνείας ή απειλής.
Διπλή τελεία: πριν την παράθεση αυτούσιων λόγων κάποιου προσώπου, γνωμικών ή παροιμιών,  ή πριν την απαρίθμηση στοιχείων, γεγονότων, ερμηνειών, συνεπειών κτλ.
Κόμμα: μικρή παύση του λόγου ανάμεσα σε λέξεις ή σε προτάσεις που είτε είναι ασύνδετες είτε υποτάσσονται η μία στην άλλη  το κόμμα βοηθά στον προσδιορισμό της θέσης και της σχέσης τους μες στην περίοδο.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Αν ζητηθεί να εντοπιστεί η λειτουργία κάποιου συγκεκριμένου σημείου στίξης, δεν απομονώνουμε αυτό το σημείο από το κείμενο γράφοντας μόνο τα στοιχεία θεωρίας που προαναφέρθηκαν προσπαθούμε να κατανοήσουμε και τη λειτουργία του μέσα στο κείμενο, αφού η εξέταση της θεωρίας στη Νεοελληνική Γλώσσα είναι καθαρά κειμενοκεντρική.



ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
Α΄ ενικό:  προσδίδεται αμεσότητα και ζωντάνια, αλλά και υποκειμενικός χαρακτήρας στα λεγόμενα/γραφόμενα. Ακόμη το ύφος αποκτά προσωπικό τόνο και σε κάποιες περιπτώσεις εξομολογητικό χαρακτήρα. Σε ορισμένες περιπτώσεις το α΄ πρόσωπο δίνει στο κείμενο την πιστότητα της προσωπικής μαρτυρίας.
Β’ ενικό: δημιουργείται κλίμα οικειότητας μεταξύ πομπού – δέκτη,  προσδίδεται αμεσότητα, αφού δίδεται η εντύπωση ότι ανοίγεται διάλογος μεταξύ πομπού και δέκτη,  ζωντάνια και κάποιες φορές το κείμενο αποκτά και διδακτικό τόνο.
Γ΄ ενικό: προσδίδεται αντικειμενικός τόνος στην παρουσίαση του θέματος, γίνεται απρόσωπος και ουδέτερος ο λόγος. Χρησιμοποιείται κυρίως στην επίκληση στη λογική.
Α΄ πληθυντικό: προσδίδεται αμεσότητα, ζωντάνια στο λόγο, δημιουργείται κλίμα οικειότητας μεταξύ πομπού και δέκτη, αφού δίδεται η εντύπωση ότι ανοίγει διάλογος μεταξύ πομπού και δεκτών,  αλλά και το εξεταζόμενο θέμα αποκτά καθολικότητα, αφού τους αφορά όλους, συμπεριλαμβανομένου του πομπού. Με αυτόν τον τρόπο κερδίζει και σε πειστικότητα.
Β΄ πληθυντικό: δημιουργείται κλίμα οικειότητας μεταξύ πομπού – δέκτη, προσδίδεται αμεσότητα και ζωντάνια στο λόγο και ενίοτε προσλαμβάνει το κείμενο και διδακτικό τόνο.
Γ΄ πληθυντικό: προσδίδεται αντικειμενικός τόνος στην παρουσίαση του θέματος, γίνεται απρόσωπος και ουδέτερος ο λόγος. Χρησιμοποιείται κυρίως στην επίκληση στη λογική.


ΕΓΚΛΙΣΕΙΣ
Οριστική: δηλώνει κάτι το πραγματικό συνήθως σπανίως δηλώνει κάτι το δυνατό ή πιθανό. Μπορεί να δηλώνει και απορία (π.χ. σε μια ερωτηματική πρόταση: Θα έρθεις;) ή πιθανότητα (π.χ. Ο Γιώργος μάλλον θα βρίσκεται στο δρόμο, για να μην απαντά στο κινητό) ή και ευχή
Υποτακτική: δηλώνει κάτι ενδεχόμενο ή πιθανόσε ορισμένες δε περιπτώσεις δηλώνει προτροπή, αποτροπή, ευχή, απορία, παραχώρηση, απαγόρευση ή προσταγή.
Προστακτική:  δηλώνει προσταγή, προτροπή, απαγόρευση ή ευχή. Η προστακτική είναι έγκλιση μόνο των ανεξαρτήτων προτάσεων, ενώ οι άλλες εγκλίσεις χρησιμοποιούνται και στις κύριες και στις δευτερεύουσες προτάσεις.


ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ - ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ
Η ενεργητική σύνταξη χρησιμοποιείται, όταν θέλουμε να τονίσουμε, να δώσουμε έμφαση στο πρόσωπο που ενεργεί, στο υποκείμενο δηλαδή της ενέργειας. Με αυτό τον τρόπο δίνουμε στο κείμενο και ζωντάνια και παραστατικότητα.
Η παθητική σύνταξη χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση στην ενέργεια ή στο αποτέλεσμά της και το λογικό υποκείμενο είτε το δηλώνουμε έμμεσα με το ποιητικό αίτιο είτε, επειδή θεωρείται αυτονόητο ή αμελητέο, δεν το δηλώνουμε καθόλου